Γιῶργος Σεφέρης
Ενα μεγάλο πέλαγο δυὸ μάτια
εὐκίνητα καὶ ἀκίνητα σὰν τὸν ἀγέρα
καὶ τὰ πανιά μου ὅσο κρατήσουν, κι ὁ θεός μου.
Ενα μεγάλο πέλαγο δυὸ μάτια
εὐκίνητα καὶ ἀκίνητα σὰν τὸν ἀγέρα
καὶ τὰ πανιά μου ὅσο κρατήσουν, κι ὁ θεός μου.
μοναχή εδώ να..
τώρα μονάχα
οι γλάροι να σου
κρατούνε συντροφιά
-έμειναν-
ψιθυρίζοντας
για κάποια ταξίδια
μακρινά. *Ε.ΣΑΛΑΧΑ*
την αλμύρα της θάλασσας
ένα βαρκάκι άσπρο,
ένα ξεχασμένο ξωκλήσι."
~Τ. Λειβαδίτης`
Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Κατά πού θ’ απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά πού θ’ αφήσουμε τα μάτια μας τώρα που οι μακρινές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα
που ελπίζει ότι θα είναι κι ένα ''αύριο'',
με αναγνωρισμένες τις αγαθές παρεμβάσεις του,
ώστε να μην είναι όλα μονόδρομος.
Συμβολίζει επίσης,
έναν ακόμα άνθρωπο μέσα στους τόσους,
με μια πιο ευδιάκριτη ιδιαιτερότητα
απ' αυτές που διαθέτει ο κάθε άνθρωπος
που προορίζεται να κοινοποιείται
και να περνάει
τη δοκιμασία του μετεωρισμού της,
πάνω από το αν έχει νόημα ή όχι η ύπαρξή της.
Πιο συγκεκριμένα, χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο
που μάχεται να δώσει στα πράγματα
διαστάσεις που δεν έχουν
ή και να ξεκαθαρίσει τη θολή μορφή τους,
εφαρμόζοντας μια άλλη, επίσης θολή μέθοδο,
όπως είναι αυτή του ποιητικού λόγου,
ίσως πιο παρήγορη ως βραδύτερα θνητή.
Κική Δημουλά
Ακόμη πιο ψηλά.
Στη κορφή σε περιμένει η αγάπη μ’ ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα. Ανέβα… 'Ολο μπρος. Όλο ψηλά.
Κι αν δεν βρεις δρόμο Φτιάξε. Στην αγάπη δεν υπάρχουν δρόμοι έτοιμοι, τους φτιάχνεις εσύ. Ανέβα…
Έστω κι αν δεις πως τα λουλούδια είναι ψεύτικα κι η αγάπη -η ολόφλογη αγάπη- ένας καπνός, εσύ ανέβα. Ανέβα…
'Εστω κι αν στην κορφή αντίς για τριαντάφυλλα σε περιμένει ένα μπουκέτο μαχαίρια, εσύ ανέβα! Ανέβα…
Και πες “ευχαριστώ”. 'Οχι στα τριαντάφυλλα, όχι στα μαχαίρια. Πες ευχαριστώ στη δύναμη, που σ’ έκανε ν’ ανέβεις…
μην τους ακούς,
ευαίσθητος είσαι.
Διστάζεις να διαλέξεις,
γενικά δυσκολεύεσαι ν’ απαρνηθείς.
Τόσο καιρό που δέρνεσαι ανάμεσα στο ένα και το άλλο,
δέθηκες μαζί τους.
Αίσθημα γίνεται στο τέλος το δίλημμα,
θέλεις να κρατήσεις και τα δύο,
μα είναι νόμος να προτιμάς.
Διάλεξε λοιπόν αυτό που σου προτείνει η αβεβαιότητα.
Σπανίως πέφτει έξω.
Κική Δημουλά
Γιατί έχει την όψη του ιδανικού.
Και τ’ όνομά της είναι ένα θαυμαστικό.
Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της.
Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια.
Παιδί ακόμα, εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της.
Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν.
Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου.
Ο πολλούς αιώνες πριν
Ο ακόμη χλωρός μες τη φωτιά
O άκοπος απ’ τον ουρανό
ψιθύρισε όταν ρώτησα:
-Τι το καλό; Τι το κακό;
-Ένα σημείο
και σ αυτό πάνω ισορροπείς και υπάρχεις
κι απ αυτό πιο πέρα ταραχή και σκότος
κι απ αυτό πιο πίσω βρυγμός των αγγέλων
Ένα σημείο
και σ αυτό μπορείς απέραντα να προχωρήσεις
ή αλλιώς τίποτε άλλο δεν υπάρχει πια
Κι ο Ζυγός που, ανοίγοντας τα χέρια μου,
έμοιαζε να ζυγιάζει το φως και το ένστικτο ήτανε
ΑΥΤΟΣ
ο κόσμος ο μικρός ο μέγας!
Οδυσσέας Ελύτης, ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
με τ’ αλώνι γύρω της άνθος ανεξήγητο
Ένας κύκλος
ο γαλάζιος και πράσινος τα μεγάλα πέταλα του άνθους
ύστερα ο μικρότερος κύκλος κοκκινωπός ομιχλώδες
άσπρο λερωμένο ταξιδεύει μέσα στο φεγγάρι
σαν έμβρυο στα υγρά των αγγέλων.
Είναι τραγούδι ο στεναγμός που φτερουγά στο στήθος μου
και μαραίνει την πρασινάδα.”
(Ν. Καρούζος, Τα ποιήματα, τ. 1ος)
via: itzikas.wordpress.com
«Στα πέτρινα σκαλιά του Αυγούστου…»
Η καμπάνα του χωρίου που ανοίγεται στον άνεμο
Η κάμπια, ο κρόκος, ο αχινός, το αλφάκι του νερού
Μυριάδες στόματα φωνάζουνε και σε καλούν
Έλα λοιπόν απ' την αρχή να ζήσουμε τα χρώματα
Ν' ανακαλύψουμε τα δώρα του γυμνού νησιού
Ρόδινοι και γαλάζιοι τρούλοι θ' αναστήσουν το αίσθημα
Γενναίο σαν στήθος το αίσθημα έτοιμο να ξαναπετάξει
Έλα λοιπόν να στρώσουμε το φως
Να κοιμηθούμε το γαλάζιο φως στα πέτρινα σκαλιά του Αυγούστου
Ξέρεις, κάθε ταξίδι ανοίγεται στα περιστέρια
Όλος ο κόσμος ακουμπάει στη θάλασσα και τη στεριά
Θα πιάσουμε το σύννεφο θα βγούμε από τη συμφορά του χρόνου
Από την άλλην όψη της κακοτυχιάς
Θα παίξουμε τον ήλιο μας στα δάχτυλα
Στις εξοχές της ανοιχτής καρδιάς
Θα δούμε να ξαναγεννιέται ο κόσμος.
( Η Γέννηση της Ημέρας, Απόσπασμα από τους Προσανατολισμούς
Ο Ελύτης,1939)
"Εκείνη του Αυγούστου η βραδιά"....
Θάθελα αυτήν την μνήμη να την πω...
Μα έτσι εσβύσθη πια... σαν τίποτε δεν απομένει —
γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται.
Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί...
Εκείνη του Aυγούστου — Aύγουστος ήταν; — η βραδιά...
Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ, μαβιά...
A ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί.
ΜΑΡΑΜΠΟΥ
Λένε για μένα οι ναυτικοί που εζήσαμε μαζί
πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
πως τις γυναίκες μ' ένα τρόπον ύπουλο μισώ
κι ότι μ' αυτές να κοιμηθώ ποτέ μου δεν πηγαίνω.
Ακόμα, λένε πως τραβώ χασίσι και κοκό,
πως κάποιο πάθος με κρατεί φριχτό και σιχαμένο,
κι ολόκληρο έχω το κορμί με ζωγραφιές αισχρές,
σιχαμερά παράξενες, βαθιά στιγματισμένο.
ΚΟΝΙΑΚ ΜΗΔΕΝ
ΑΣΤΕΡΩΝ
Χαμένα πᾶνε ἐντελῶς τὰ λόγια τῶν δακρύων.
Ὅταν μιλάει ἡ ἀταξία
ἡ τάξη σωπαίνει
-ἔχει μεγάλη πεῖρα ὁ χαμός.
Τώρα πρέπει νὰ σταθοῦμε στὸ
πλευρὸ
τοῦ ἀνώφελου.
Σιγὰ σιγὰ νὰ ξαναβρεῖ τὸ λέγειν της ἡ
μνήμη
νὰ δίνει ὡραῖες συμβουλὲς μακροζωϊας
σὲ ὅ,τι ἔχει πεθάνει.
Ἂς σταθοῦμε στὸ πλευρὸ ἐτούτης τῆς μικρῆς
Φωτογραφίας
ποὺ εἶναι ἀκόμα
στὸν ἀνθὸ τοῦ
μέλλοντός της:
νέοι ἀνώφελα λιγάκι ἀγκαλιασμένοι
ἐνώπιον ἀνωνύμως εὐθυμούσης παραλίας.
Ναύπλιο Εὔβοια Σκόπελος;
Θὰ πεῖς
καὶ ποὺ δὲν ἦταν τότε θάλασσα.
Κική Δημουλά
που λείπουνε όλοι σ' ένα δωμάτιο που του αφαίρεσα τα αισθήματα...έβαλα τα βιβλία
μου στα ράφια...λοξά επιμήκη μάτια...κει που ανέβαινα το στενό- ξάφνου- με το που άνοιξα το τέλος του Αλέξανδρου βρήκα μια μικρή εκκλησία...από μακριά την είδα...ποιος είναι πού βροντάει...θα 'ναι κάποιο από κείνα τα σπίτια.. ολοένα σφύριζε ό αέρας ...κάπου φαίνεται θα διασκεδάζουν....περασμένα μεσάνυχτα βγήκα για νέες πληγές ....
...Σταματημένος όλη νύχτα...προχωρώ
μέσ' από πέτρινα κεριά... άνοιγε τον αέρα
του κήπου....ανεβαίνω το μαλακό χώμα ...
...Σ' όλους το ψιλόβροχο κάτι λέει...ακόμη βρέχει...βάρος της τρυφεράδας τ' ουρανού...
...Κάθομαι ώρες και κοιτάζω...γαλήνη σαν της Κυριακής....άσπρα σπασμένα τ' ουρανού....
...Κατάκοπος από τις ουράνιες περιπέτειες
μόλις σήμερα βρήκα το θάρρος...ολοένα οι κάκτοι μεγαλώνουν...μέρα τρεμάμενη όμορφη...σα να μονολογώ... σωπαίνω...αντίς για Όνειρο...περαστική από τη χθεσινή αϋπνία μου καθαρή διάφανη μέρα...απαλοί κόκκινοι λόφοι ...από το πολύ να μη σκέπτομαι τίποτε όλα χάνονται "......
( Οδυσσέας Ελύτης )