menu

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποίηση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Μανώλης Αναγνωστάκης: Όταν όλα περάσουν, σε περιμένω....


Κάτω από τις ράγες του τραίνου
Κάτω από τις γραμμές του βιβλίου
Κάτω από τα βήματα των στρατιωτών

Όταν όλα περάσουν, πάντα σε περιμένω.

Πέρασαν από τότε πολλά τραίνα
Κι άλλα πολλά βιβλία θα διαβαστούν
Κι άλλοι στρατιώτες το ίδιο θα πεθάνουν.

Κάτω από το καθετί που σου σκεπάζει τη ζωή
Όταν όλα περάσουν
Σε περιμένω.

Μανώλης Αναγνωστάκης

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2019

Οδυσσέας Ελύτης, το παράπονο/Να χαίρεσαι 3 πράγματα στη ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους και μια αγάπη..


Αναρωτιέμαι μερικές φορές: είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά πως η ζωή μου είναι μία;
Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν;

Μούτρα. Νʼ αντικρίζεις τη ζωή με μούτρα. Τη μέρα, την κάθε σου μέρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις. Κι ύστερα να μη φτάνει ούτε κι αυτό, να χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές. Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις.
Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Ποια θάλασσα του Νάνου Βαλαωρίτη

του Νάνου Βαλαωρίτη

Ποια θάλασσα

Πες μου πού πήγε ο Αύγουστος με τα καμπαναριά του
Το γέλιο σου που γέμιζε το σπίτι μας βροχή
Τώρα μας δίνει ο άνεμος γυμνή την αγκαλιά του
Ω πρόσωπο που σκέπασε με μάρμαρο τη γη

Πόσα σβησμένα βλέμματα κοιτάνε όταν κοιτάζεις
Πόσα δεμένα στόματα μιλάνε όταν μιλάς
Ήταν του ήλιου η δύναμη το ρόδο που ωριμάζει
Κλειστά παραθυρόφυλλα τα στήθια που αγαπάς

Είναι καρδιές που μάθαμε σαν γράμματα ανοιγμένα
Είναι τραπέζια όπου κανείς δε θα καθίσει πια
Μια μουσική πανάκριβη που γράψανε για σένα
Τόσες χιλιάδες δάχτυλα για τελευταία φορά

Εσάς που πήρε ο θάνατος βαριά στα δάχτυλά του
Από τα μάτια σας η αυγή πηγάζει σαν νερό
Άστρα σε κάθε μέτωπο και φως τ’ ανάστημά του
Καμιά ζωή δε γράφεται χωρίς το δάκρυ αυτό

Ακουμπισμένες δυο εποχές η μια κοντά στην άλλη
Ω πρόσωπο που φώτισε μια μακρινή αστραπή
Ποια θάλασσα ποια θάλασσα θα `ναι αρκετά μεγάλη
Για να χωρέσει τον καημό που μάζεψ’ η ψυχή;

Σα μυθικό τριαντάφυλλο μια νύχτα ο κόσμος κλείνει
Είναι η πόρτα όπου κανείς δε θα περάσει πια
Είναι του δήμιου η ταραχή του ήρωα η γαλήνη

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2019

Γιώργος Σεφέρης: Γυρίσαμε πάλι στο φθινόπωρο...


Γυρίσαμε πάλι στο φθινόπωρο, το καλοκαίρι
σαν ένα τετράδιο που μας κούρασε γράφοντας μένει
γεμάτο διαγραφές αφηρημένα σχέδια
στο περιθώριο κι ερωτηματικά, γυρίσαμε

στην εποχή των ματιών που κοιτάζουν
στον καθρέφτη μέσα στο ηλεχτρικό φως
σφιγμένα χείλια κι οι άνθρωποι ξένοι
στις κάμαρες στους δρόμους κάτω απ’ τις πιπεριές
καθώς οι φάροι των αυτοκινήτων σκοτώνουν
χιλιάδες χλωμές προσωπίδες.

Γυρίσαμε· πάντα κινάμε για να γυρίσουμε
στη μοναξιά, μια φούχτα χώμα, στις άδειες παλάμες.
Κι όμως αγάπησα κάποτε τη λεωφόρο Συγγρού
το διπλό λίκνισμα του μεγάλου δρόμου

που μας άφηνε θαματουργά στη θάλασσα
την παντοτινή για να μας πλύνει από τις αμαρτίες·
αγάπησα κάποιους ανθρώπους άγνωστους
απαντημένους ξαφνικά στο έβγα της μέρας,
μονολογώντας σαν καπετάνιοι βουλιαγμένης αρμάδας,

σημάδια πως ο κόσμος είναι μεγάλος.
Κι όμως αγάπησα τους δρόμους τούς εδώ, αυτές τις κολόνες·
κι ας γεννήθηκα στην άλλη ακρογιαλιά κοντά
σε βούρλα και σε καλάμια νησιά
που είχαν νερό στην άμμο να ξεδιψάει

ο κουπολάτης, κι ας γεννήθηκα κοντά
στη θάλασσα που ξετυλίγω και τυλίγω στα δάχτυλά μου
σαν είμαι κουρασμένος — δεν ξέρω πια πού γεννήθηκα.
Μένει ακόμα το κίτρινο απόσταγμα το καλοκαίρι
και τα χέρια σου γγίζοντας μέδουσες πάνω στο νερό

τα μάτια σου ξεσκεπασμένα ξαφνικά, τα πρώτα
μάτια του κόσμου, κι οι θαλασσινές σπηλιές·
πόδια γυμνά στο κόκκινο χώμα.
Μένει ακόμα ο ξανθός μαρμαρωμένος έφηβος το καλοκαίρι
λίγο αλάτι που στέγνωσε στη γούβα ενός βράχου

λίγες βελόνες πεύκου ύστερα απ’ τη βροχή
σκόρπιες και κόκκινες σα χαλασμένα δίχτυα.
Δεν τα καταλαβαίνω αυτά τα πρόσωπα δεν τα καταλαβαίνω
μιμούνται κάποτε το θάνατο κι έπειτα ξανά
φέγγουν με μια ζωή πυγολαμπίδας χαμηλή

με μια προσπάθεια περιορισμένη ανέλπιδη
σφιγμένη ανάμεσα σε δυο ρυτίδες
σε δυο τραπεζάκια καφενείου κηλιδωμένα
σκοτώνουνται το ένα με τ’ άλλο λιγοστεύουν
κολλούν σα γραμματόσημα στα τζάμια

τα πρόσωπα της άλλης φυλής.
Περπατήσαμε μαζί μοιραστήκαμε το ψωμί και τον ύπνο
δοκιμάσαμε την ίδια πίκρα του αποχωρισμού
χτίσαμε με τις πέτρες που είχαμε τα σπίτια μας
πήραμε τα καράβια ξενιτευτήκαμε γυρίσαμε

βρήκαμε τις γυναίκες μας να περιμένουν
μας γνώρισαν δύσκολα, κανείς δε μας γνωρίζει.
Κι οι σύντροφοι φόρεσαν τ’ αγάλματα φόρεσαν τις γυμνές
άδειες καρέκλες του φθινοπώρου, κι οι σύντροφοι
σκοτώσανε τα πρόσωπά τους· δεν τα καταλαβαίνω.

Μένει ακόμα η κίτρινη έρημο το καλοκαίρι
κύματα της άμμου φεύγοντας ώς τον τελευταίο κύκλο
ένας ρυθμός τυμπάνου αλύπητος ατέλειωτος
μάτια φλογισμένα βουλιάζοντας μέσα στον ήλιο
χέρια με φερσίματα πουλιών χαράζοντας τον ουρανό

χαιρετώντας στίχους νεκρών σε στάση προσοχής
χαμένα σ’ ένα σημείο που δεν τ’ ορίζω και με κυβερνά·
τα χέρια σου γγίζοντας το ελεύθερο κύμα.


Ένας λόγος για το καλοκαίρι – Γιώργος Σεφέρης
Φθινόπωρο, 1936

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2019

Οδυσσέα Ελύτη, Το Μονόγραμμα (αποσπάσματα)


ΙΙΙ
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ’ αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά — κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μες από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουμε
Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το «τί» και το «έ»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φώς κι η σκιά
Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα και εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.

VII
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.
Από τη συλλογή Το Μονόγραμμα (1971)
[πηγή: Οδυσσέας Ελύτης, Ποίηση, Ίκαρος, Αθήνα 2002, σ. 254-255, 259]

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2019

Μενελαος Λουντεμης: Αν μ’ αγαπούσες δε θα μου το’ λεγες


Αχ , τι βαρύ έγκλημα έκανα να μην πω πως σ’ αγαπούσα πολύ, πολύ ,όσο δε λέγεται, όσο δε γράφεται,όσο δεν αντέχεται.Τότε μπορεί και να μην έφευγες.

Μα μήπως έγινε; Μήπως στο είπα έτσι δυνατά,σπαραχτικά,όπως το’ θελα και δε γνώρισα τα λόγια μου;

Μα τόσο μπερδεμένο πράμα λοιπόν είναι η αγάπη που να μην μπορέσει ένα φτωχό πλάσμα να ξεδιαλύνει τα λόγια του;

Και τόσο απέραντος είναι ο κόσμος που να μη σε βρίσκω; Και τώρα που όλοι έφυγαν,όλα έγιναν μισητά,σε ποιον ν’απλώσω τα χέρια μου; Σε ποιον; Σε ποιον να πω’σώσε με!’, τώρα που χάνομαι…που βουλιάζω…που βουλιάζω…»

Αν μ’ αγαπούσες δε θα μου το’ λεγες. Αν η γνωριμία μας είχε και την παραμικρή σχέση με την αγάπη δε θα μιλούσαμε τώρα τόσην ώρα για αγάπη.Θα κάναμε αγάπη

Μενελαος Λουντεμης

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2019

Αλκυόνη Παπαδάκη: Πρέπει να έχεις τα μάτια της ψυχής σου ανοικτά


Ποιο είναι το απόσταγμα σοφίας μιας γυναίκας που γνώρισε εκκωφαντική επιτυχία, με βιβλία που οι πωλήσεις τους ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο αντίτυπα; Ότι «στα μικρά και τα απλά κρύβεται τελικά η ευτυχία», μια αλήθεια που η συγγραφέας κατέκτησε διανύοντας τα χιλιόμετρα της ζωής της χωρίς να κρύβεται πίσω από τις λέξεις.

Κυριακή 21 Ιουλίου 2019

''Τα χαρτιά μου''




Γιμισα τα συρτάρια μου όνειρα, τις βαλτσες, τα ράφια μου.
Όλα μου αυτά τα χαρτιά ήταν όνειρα
γιομ
τα στοχασμος τρυφερος για τη γη.

Γιατ μπορεί να είπε καννας πώς ποηση είναι
μ
μηση του ήλιου. Αφθηκα όλος· σχεδόν
αναλώθηκα όλος. Ας μη μάθω ποτ
π’ τα όνειρα αυτά κι π’ τα χαρτιά, τι αντειλε.

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
''Τα χαρτιά μου''

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2019

Αλκυόνη Παπαδάκη: Δώσε το χέρι σου στον άλλο χωρίς να κρίνεις...


Είναι μερικοί που έχουν μέσα τους κακοφορμισμένες
πληγές.
Πλησίασε τους.Μην τους ψηλαφάς.

Πληγώθηκε.

Δώσε το χέρι σου στον άλλον χωρίς
να κρίνεις.

Κάνε του λίγο χώρο μέσα σου να ξαποστάσει.
Σε αυτό το κόσμο, παλικάρι, όλοι έχουμε μερίδιο σε όλα.
Μερίδιο στη χαρά, στα λάθη, στην απόγνωση…

Αλκυόνη Παπαδάκη.

Δευτέρα 29 Απριλίου 2019

Κική Δημουλά: Έρωτας είναι του ενός ο βασανισμός...


Το ότι υπάρχει ένας άλλος δίπλα σου, ότι ερήμην του σκέφτεσαι και δημιουργείς, είναι πάρα πολύ σπουδαίο.

«Οφείλει κανείς να ζει ένα πράγμα με την ένταση που του προκαλεί, κι ας βλάπτει το δεσμό αυτή η μονομερής ένταση. Κατά τη γνώμη μου, βλάπτεται ο δεσμός από το ότι το ένα μέρος παραπροσφέρει, παραπροσφέρεται, παρά είναι παράφορο.

Αλλά είναι και τόσο απίθανο να συμπέσουν οι βαθμοί του αισθήματος ανάμεσα σε δυο ανθρώπους, παρά ενδεχομένως για μία μόνο στιγμή. Από εκεί και πέρα έχουμε χάσματα κι αυτό βοηθάει στο να μεγαλώνει το αίσθημα του ενός, να μικραίνει του άλλου, και να γίνεται αυτό το συναρπαστικό είτε παιχνίδι, είτε κυνηγητό, είτε μαρτύριο, αλλά οπωσδήποτε συναρπαστικό!

Τώρα, αν με ρωτήσετε από πού έχω βγάλει αυτά τα συμπεράσματα, και από πόσα όρη και βουνά ερώτων πέρασα κι ανεβοκατέβηκα, θα σας πω ελάχιστα…

Αλλά έχω μια εμμονή με το θέμα και την αξία του, και το γεγονός ότι δεν το εξήντλησα, δεν το έζησα όσο έπρεπε, όσο το ήθελα κι όσο ήμουν προορισμένη ίσως να το ζήσω, μ΄ έχει κάνει να αισθάνομαι ολίγον μελετήτρια του πράγματος σαν να έχω μία πείρα (…)

Το απεσταγμένο κέρδος αυτής της ιστορίας, είναι του ενός ο βασανισμός. Εκεί έχω καταλήξει κι έχω ευφρανθεί κάμποσο από ένα τέτοιο βάσανο…»

….«Μ΄άρεσε τότε που ζούσε ο Άθως (σ.σ.: ο επί τριάντα χρόνια σύντροφός της, ποιητής Α. Δημουλάς) και πηγαίναμε διάφορες εκδρομές με το αυτοκίνητο. Ήταν από τις ιδανικές στιγμές.

Το ότι υπάρχει ένας άλλος δίπλα σου, ότι ερήμην του σκέφτεσαι και δημιουργείς, είναι πάρα πολύ σπουδαίο. Είχα πολλές φορές σκεφτεί ότι κλέβοντας από την προσοχή του άλλου, κλέβοντας από την άγνοιά του, δημιουργείς. Το ένιωθα με τον Άθω. Τον ευχαριστούσε να το κάνω, βέβαια. Δεν τον ενημέρωνα αλλά δεν με διέκοψε και ποτέ μαντεύοντας!

Ναι, μου είναι αλησμόνητη η σιωπή μέσα στο αυτοκίνητο, ο καθρέφτης δεξιά απ΄όπου περνούσαν αποκεφαλισμένα τα τοπία, έχω πολλές εικόνες ακόμα. Αλλά δεν είμαι πια, εδώ και πολλά χρόνια, τρυφερή. Και φοβάμαι ότι αυτό, μάλλον το έκανε ο θάνατος του Άθου. Πολύ το φοβάμαι…»

Σάββατο 30 Μαρτίου 2019

Οδυσσέας Ελύτης: όλα μια σταγόνα ομορφιάς τρεμάμενη στα τσίνορα


..........." Όλα μια σταγόνα ομορφιάς τρεμάμενη στα τσίνορα ..μιά λύπη διάφανη σαν Άθως κρεμάμενος από τον ουρανό...μια απέραντη ορατότητα όπου τα πάντα γίνονται και ξεγίνονται...δεν ξέρω πού...δεν είναι στ'όνειρο δεν είναι σε καιρούς παλιούς ίσως ούτε στη γής αυτή...η χώρα...όπου κανένας πλέον δεν κατοικεί εξακολουθεί να 
υπάρχει...εν αγνοία μας...εκεί...το Δίκαιο διατυπωμένο στη γλώσσα των πουλιών...

...κάτω από την επιφάνεια του νερού
όπου γέρνω σαν σε καθρέφτη και 
κοιτάζομαι ώρες πολλές ...πώς να περάσω 
από την άλλη όψη των πραγμάτων...εκεί που
βηματίζω ψάχνοντας την αληθινή μου μέρα..

...που κρατώ και ανοίγω σαν ομπρέλα παλαιή τη θάλασσα πάνω απ'το κεφάλι μου...λάμπει 
ο βυθός με τα χρωματιστά του βότσαλα
σαν άστρα...Ω ! μουσική....Ω ! Κυριακή 
συννεφιασμένη ".............

( Οδυσσέας Ελύτης )

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

Ο Νίκος Καζαντζάκης για την αγάπη και τις επιθυμίες


Τι 'ναι η αγάπη, αδερφοί μου; Δεν είναι μονάχα συμπόνια μήτε καλοσύνη· στη συμπόνια είναι δύο, αυτός που πονάει και αυτός που συμπονάει· στην καλοσύνη είναι δύο, αυτός που δίνει και αυτός που δέχεται· μα στην αγάπη είναι ένας, σμίγουν οι δύο και γίνουνται ένα, δεν ξεχωρίζουν· το εγώ κι εσύ αφανίζουνται· αγαπώ θα πει χάνουμαι.

Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά.

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2018

Τάσος Λειβαδίτης: Συχώρα με αγάπη μου που ζούσα πριν να σε γνωρίσω…


Ήξερες να δίνεσαι αγάπη μου…

Δινόσουνα ολάκερη
και δεν κράταγες για τον εαυτό σου
παρά μόνο την έγνοια
αν ολάκερη έχεις δοθεί…

Όλα μπορούσανε να γίνουνε
στον κόσμο αγάπη μου
τότε που μου χαμογελούσες…

Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου
είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου
αγαπημένη μου…

Μα και τι να πει κανείς…
Όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός
και τα μάτια σου τόσο μεγάλα..

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου
έζησα όλη τη ζωή…

Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα
και τότε όλα τα βράδια
κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας…

Θάθελα να φωνάξω τ’ονομά σου, αγάπη,
μ’ όλη μου τη δύναμη…
Να το φωνάξω τόσο δυνατά
που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο,
καμιά ελπίδα να μη πεθάνει…

Θε μου πόσο ήταν όμορφη
σαν ένα φωτισμένο δέντρο
μια παλιά νύχτα των Χριστουγέννων

Συχώρα με, αγάπη μου,
που ζούσα πριν να σε γνωρίσω…

Μισώ τα μάτια μου,
που πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου..

Θα σ’ ακούω σαν τον τυφλό που κλαίει,
ακούγοντας μακριά τη βουή μιας μεγάλης γιορτής
σ’ αναζητάω σαν τον τυφλό,
που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας
σ’ενα σπίτι που’ πιάσε φωτιά,
α, για να γεννηθείς εσύ
κι εγώ για να σε συναντήσω
γι αυτό έγινε ο κόσμος…

Κι εσύ, αγαπημένη, όταν με διώχνεις,
κλείνεις έξω απ’ την πόρτα σου
έναν ολάκερο πικραμένο κόσμο..

Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον,
είμαστε κιόλας νεκροί…

Αν βρουν έναν άνθρωπο νεκρό
έξω απ’ την πόρτα σου,
εσύ θα ξέρεις,
πως πέθανε σφαγμένος
απ’ τα μαχαίρια του φιλιού,
που ονειρευότανε για σένα…

Ποδοπάτησε με,
να έχω τουλάχιστον την ευτυχία
να μ’αγγίζεις…

Τάσος Λειβαδίτης

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

Καλό μήνα με το ποίημα του μήνα: Οκτάβιο Παζ - [Λασπωμένος Νοέμβρης]


εζητούσα

Οκτάβιο Παζ, «Μετ’ επιστροφής»

“Λασπωμένος Νοέμβρης,
πέτρες λερές και οστά που μαυρίσαν
απροσδιόριστα κτίρια.

Από καμάρες πέρασα και γέφυρες διαβήκα,
ήμουν γεμάτος ζωή και αυτήν εζητούσα.

Στη σάλα της σελήνης
αιμορραγεί το φως. Άνθρωποι ψάρια
ανταλλάσσουν ψυχρούς στοχασμούς.

Ήμουν ζωή γεμάτος και αντίκρισα
φαντάσματα πολλά,
όλα με σάρκες και οστά κι άπληστα όλα.

Πύργος τοπάζι και αίμα,
μαύρες πλεξούδες και στήθη κεχριμπάρι,
η υπόγεια δέσποινα.

Τίγρη, δαμάλα, χταπόδι, φλογισμένος κισσός:
μου έκαψε τα κόκαλα μου ρούφηξε το αίμα.

Κρεβάτι, πλανήτης πεθαμένος
οφθαλμαπάτη η νύχτα και το σώμα,
κι η δέσποινα, μία στήλη από αλάτι.

Να φας το λείψανό μου, ήλιε του οροπεδίου:
ήμουνα ζωντανός και πήγαινα το θάνατο γυρεύοντας.”

Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

Οδυσσέας Ελύτης


Άσπρο μέτρημα, μαύρο άθροισμα είναι πολύ συχνά η ζωή.
Και εξαρτάται πάντα, από το τι μετράς κάθε φορά. Για να
μπορείς να συνεχίζεις, για να μπορείς να
ονειρεύεσαι, για να 
μπορείς να γελάς!
Ο. Ελύτης 

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2018

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2018

Αλκυόνη Παπαδάκη


Τουλάχιστον καταφέραμε να διασώσουμε ένα πράγμα: Βαθιά, μέσα στο τσεπάκι της ψυχής μας, κρύψαμε τα ναύλα του ονείρου. Λίγο το 'χεις; 

Αλκυόνη Παπαδάκη

Popular Posts