Η ταινία ακολουθεί την ιστορία μιας φανταστικής ηρωίδας, της Lydia Tár η οποία είναι διεθνούς φήμης μαέστρος και διευθύνει μια μεγάλη γερμανική ορχήστρα. Για την ακρίβεια, ακολουθεί την άνοδο και την πτώση της.
Η Lydia Tár εισέρχεται στην οθόνη μας ως μια από τις κορυφαίες μαέστρους στον κόσμο και η πρώτη γυναίκα μαέστρος της Φιλαρμονικής του Βερολίνου. Τα πάντα όμως γύρω της κινδυνεύουν να καταρρεύσουν όταν το όνομά της βρεθεί μπλεγμένο σε ένα σκάνδαλο.
Η ταινία φιλοδοξεί να θέσει το ερώτημα εάν το φύλο έχει σημασία όταν μιλάμε για εξουσία. Πώς αλλάζει η κρίση μας όταν ένας θύτης είναι γυναίκα; Ποια είναι η θέση της πολιτικής ταυτότητας στην τέχνη; Μπορεί η τέχνη να διαχωριστεί από τον καλλιτέχνη;
Για να θέσει στο κοινό αυτές τις ερωτήσεις, ο σκηνοθέτης προσπαθεί πολύ να πείσει το κοινό ότι η Tár και η βιομηχανία της κλασικής μουσικής που απεικονίζονται στην ταινία είναι αληθινά, εξηγεί η ακαδημαϊκός Cayenna Ponchione-Bailey, σημειώνοντας ότι η ταινία παίζει με την πραγματικότητα και τη φαντασία.
Συνδυασμός γεγονότων και φαντασίας
Η ταινία ξεκινά με την Tár να δίνει συνέντευξη στον Άνταμ Γκόπνικ, έναν συγγραφέα από τη Νέα Υόρκη, ο οποίος υποδύεται τον εαυτό του. Σε αυτή τη συνέντευξη, αρκετά από τα βιογραφικά στοιχεία που αποκαλύπτει παραπέμπουν στην ιστορία της πραγματικής παγκοσμίου φήμης γυναίκας μαέστρου, Μάριν Άλσοπ.
Αυτή η μίξη αληθινών στοιχείων και μυθοπλασίας κάνει το κοινό να πιστεύει ότι η Tár ήταν πραγματικό πρόσωπο, αναφέρει η Ponchione-Bailey υπογραμμίζοντας ότι η Μάριν Άλσοπ ενοχλήθηκε από αυτές τις ομοιότητες κάνοντας λόγο για ένα «μύθο περί μαέστρου» σύμφωνα με τον οποίο οι «σπουδαίοι» μαέστροι είναι ανέγγιχτες ιδιοφυΐες με απαράμιλλες μουσικές δεξιότητες. Ουσιαστικά μιλάει για τον μαέστρο- δυνάστη.
Αυτόν ακριβώς τον μύθο βλέπουμε στην ταινία με τους μουσικούς συμμορφώνονται σε όλες τις μουσικές αποφάσεις της Tár, ακόμα και σε αυτές για τις οποίες νιώθουν δυσαρεστημένοι ή άβολα. «Μας κάνει να πιστεύουμε ότι η Lydia Tár είναι πλήρως υπεύθυνη για το τελικό καλλιτεχνικό προϊόν. Οι μουσικοί απλώς ακολουθούν κάθε της χειρονομία ως ενιαίο σώμα», λέει χαρακτηριστικά η ακαδημαϊκός.
Παράλληλα υπογραμμίζει πως στην πραγματικότητα, ενώ αυτό που βλέπει το κοινό φαίνεται να είναι μια προσεκτικά χορογραφημένη παράσταση κοινών προθέσεων και στόχων απόδοσης, κάτω από την επιφάνεια βρίσκεται ένας ιστός από ανταγωνιστικές επιρροές και αλληλεπιδράσεις στις οποίες ο μαέστρος μπορεί να παίξει μόνο ένα μικρό ρόλο.
Συστηματική κακομεταχείριση
Η έρευνα έχει δείξει ότι οι μουσικοί σε αυτοδιοικούμενα σύνολα, όπως η Φιλαρμονική του Βερολίνου, εκδηλώνουν γενικά υψηλότερη ικανοποίηση από συναδέλφους τους σε άλλες ορχήστρες και «ότι οι παίκτες σε αυτές τις ορχήστρες είναι οι πραγματικοί κύριοι των συνόλων τους». Ωστόσο, η διεθνής βιομηχανία της κλασικής μουσικής είναι γεμάτη από συστημικές ανισορροπίες εξουσίας και καταχρήσεις.
Δεν είναι μόνο οι υψηλού προφίλ υποθέσεις του κινήματος Me Too στις ανώτερες θέσεις του χώρου, σημειώνει η Ponchione-Bailey αναφέροντας ως παράδειγμα τις πραγματικές υποθέσεις παρενόχλησης των μαέστρων Τζέιμς Λεβίν και Σαρλ Ντιτουά που αναφέρονται στην ταινία. Σύμφωνα με την ακαδημαϊκό, η παρενόχληση είναι ευρύτερη στο χώρο και αντιμετωπίζεται ως μέρος της «μουσικής κουλτούρας».
Αναφέρει μάλιστα μία αποκαλυπτική έρευνα στη Βρετανία από την Independent Society for Musicians. Το 77% των ερωτηθέντων, με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 88% εάν συμπεριληφθούν οι αυτοαπασχολούμενοι, δεν κατήγγειλε περιπτώσεις παρενόχλησης. Οι κύριοι λόγοι ήταν: «είναι απλώς η κουλτούρα» στον χώρο της μουσικής (55%), ακολουθούμενοι από «δεν υπάρχει κανείς για να το αναφέρω» (48%) και «φόβος απώλειας εργασίας» (45%). Παράλληλα, ενώ το 72% των περιστατικών διαπράχθηκαν από άτομα που ήταν παλιά στο χώρο ή είχαν επιρροή στην καριέρα τους, το 45% διαπράχθηκαν από συναδέλφους ή συνεργάτες και το 27% από τρίτο μέρος (όπως μέλος του κοινού, ή κάποιος πελάτης). Η έκθεση σημείωσε ότι το 58% των εμπειριών διακρίσεων που αναφέρθηκαν από τους ερωτηθέντες χαρακτηρίζονται ως σεξουαλική παρενόχληση.
«Συνδυάζοντας τόσο αριστοτεχνικά την πραγματικότητα και τη φαντασία, ο Φιλντ επιβεβαιώνει τον επιβλαβή ‘’μύθο του μαέστρο’’ αλλά περιορίζει τον πραγματικό, περίπλοκο και βαθιά ενσωματωμένο ιστό κατάχρησης εξουσίας στη μουσική βιομηχανία σήμερα», καταλήγει η Ponchione-Bailey.
Με πληροφορίες από The Conversation
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου