Το wineplus.gr και η χημικός-οινολόγος, δημοσιογράφος οίνου-συγγραφέας, Μαρία Νέτσικα, μας εξηγεί τι ακριβώς εννοούμε με τη μεταλλικότητα του κρασιού.
Τα τελευταία χρόνια συναντάμε αρκετά συχνά σε σημειώσεις γευστικής δοκιμής, που αφορούν κυρίως στα λευκά κρασιά, τη λέξη «μεταλλικότητα» (mineralité). Και συνήθως, αποδίδεται άμεση σχέση ανάμεσα στην περιεκτικότητα του εδάφους σε ανόργανα στοιχεία και τη γεύση του κρασιού. Γενικά αποδεκτές πηγές υποθέτουν ότι όσο υψηλότερη η περιεκτικότητα, τόσο μεγαλύτερη και η ένταση της μεταλλικής νότας στο κρασί.
Κι όμως, αυτό δεν βγάζει νόημα!
Κι αυτό γιατί τα περισσότερα μεταλλικά στοιχεία είναι άοσμα και έχουν -στην καλύτερη περίπτωση- μια ελαφρώς αλμυρή γεύση. Η παρουσία τους στο κρασί είναι ελάχιστη και σε κάθε περίπτωση, στην οργανοληπτική εξέταση, ανάμεσα σε φρουτώδη αρώματα, τανίνες, οξύτητα και αλκοόλη, περνούν απαρατήρητα.
Οπότε, ποιος είναι ο ρόλος των ανόργανων συστατικών του εδάφους στη γεύση του κρασιού;
Αντίθετα, τα κρασιά που χαρακτηρίζονται από «μεταλλικότητα» παράγονται, ως επί το πλείστον, σε πετρώδη εδάφη, τα οποία συνήθως είναι φτωχά σε θρεπτικά στοιχεία. Τα αμπέλια έχουν να παλέψουν για την επιβίωσή τους. Τα σταφύλια, αντίστοιχα, συγκεντρώνουν ελάχιστα ανόργανα στοιχεία, ιδίως ελάχιστο άζωτο, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει πρόβλημα κατά τη διάρκεια της αλκοολικής ζύμωσης, καθώς το άζωτο είναι θρεπτικό συστατικών των ζυμών που μετατρέπουν τα σάκχαρα σε αλκοόλη. Στην περίπτωση που η περιεκτικότητα σε άζωτο είναι μικρή, οι ζύμες, για να το βρουν, θα διασπάσουν αμινοξέα που περιέχουν και θείο. Και αυτό με τη σειρά του θα προκαλέσει τη δημιουργία πτητικών ενώσεών του, οι οποίες μπορεί να ανιχνευθούν στο κρασί ως «μεταλλικότητα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου