menu

Σάββατο 7 Μαΐου 2022

Jack White: Ο Τελευταίος Γνήσιος Ροκάς


Γεννημένος σε Λάθος.. Ή στη ποιό Κατάλληλη Εποχή;
Ό,τι Αγγίζει το Κάνει Δικό του

<<Έχω τρεις πατέρες. Τον βιολογικό μου, τον Θεό και τον Bob Dylan>>
Σε ευχαριστούμε μελλοντικέ θρύλε.

Μόνος εναντίον όλων, κυρίες και κύριοι αυτός είναι ο αινιγματικός Jack White.

Ο τύπος που αναγέννησε την αυθεντική Garage Rock, αυτοδίδακτος σε drums, κιθάρα και πιάνο μεταξύ άλλων, από τους ελάχιστους μουσικούς που ο Bob Dylan θεωρεί φίλο του, δεν ηχογραφεί ποτέ την μουσική του ψηφιακά και μοντάρει τις κασέτες με ξυράφι, κατέχει 12 βραβεία Grammy αλλά όχι smartphone, γεμάτος καλλιτεχνικές εμμονές και αθωότητα, είναι η ενσάρκωση του ρομαντισμού στην μουσική και όλα εκείνα που θέλουμε από έναν rock star και έχουμε να δούμε από την εποχή του Kurt Cobain.

Κιθαριστικά riff βγαλμένα από τον εκστασιασμένο Jimmy Page και τα άναρχα σόλα που θα καμάρωνε και ο Jmmy Hendrix από τις απόκοσμες ερμηνείες βγαλμένες από τα πρώτα blues-bars στον αμερικάνικο νότο, μια ξέφρενη σύζευξη της punk με τα blues, ο τύπος που αναγέννησε την αυθεντική garage rock, αυτοδίδακτος σε drums, κιθάρα και πιάνο μεταξύ άλλων, από τους ελάχιστους μουσικούς που ο Bob Dylan θεωρεί φίλο του, δεν ηχογραφεί ποτέ την μουσική του ψηφιακά και μοντάρει τις κασέτες με ξυράφι, κατέχει 12 βραβεία Grammy αλλά όχι από το smartphone, γεμάτος από καλλιτεχνικές εμμονές και αθωότητα, είναι η ενσάρκωση του ρομαντισμού στην μουσική και όλα εκείνα που θέλουμε από έναν rock star και έχουμε να δούμε από την εποχή του Kurt Cobain. 

Μόνος εναντίον όλων, κυρίες και κύριοι αυτός είναι ο αινιγματικός Jack White.

Η επιτυχία των White Stripes 'Seven Nation Army'', είναι το δεύτερο τραγούδι μετά το ''We Αre The Champions'' των Queen που έχει συνδεθεί τόσο έντονα με οποιοδήποτε αθλητικό γεγονός. Περισσότερο με το ποδόσφαιρο με εξέχον παράδειγμα όταν έγινε ο ύμνος των Ιταλών φιλάθλων στη κατάκτηση του παγκοσμίου κυπέλλου το 2006. Έχει ακουστεί είτε από ηχεία είτε σαν σύνθημα σε κάθε γήπεδο του πλανήτη.

Έγινε μέχρι και το theme στις πορείες των Αιγυπτίων κατά του Μουμπάρακ. Μεγάλο μέρος του κόσμου που το τραγούδαγε δεν γνώριζε καν από που προέρχεται η μελωδία, ξέρετε πως το λέμε αυτό; Παραδοσιακό τραγούδι, μη σας φαίνεται λίγο, για την εποχή μας και δη πριν την έξαρση των social, είναι βαρυσήμαντο. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο όμως δεν είναι αυτό. Το χαρακτηριστικό μελωδικό riff που τονίζει το κομμάτι ΔΕΝ είναι από μπάσο. Say What? Έχει και άλλο. Είναι παιγμένο με ημι-ακουστική κιθάρα (!) του 1950, Ο Jack White πέρασε τον ήχο από πετάλι κιθάρας με χαμηλωμένη οκτάβα. Πηγαίνετε να το ακούσετε ξανά και θα περιμένω. (…) Κάπου εδώ θα μπορούσε να τελειώσει το άρθρο και να έχετε ήδη καταλάβει για τι ευρηματικό μουσικό μιλάμε, όμως είναι τόσα μα τόσα ακόμα.

ΚΑΤΙ ΠΑΡΑΠΑΝΩ από ΑΠΛΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ

Ένας άνθρωπος γεμάτος ιδιαιτερότητες και αινιγματική προσωπικότητα ο White είναι γεμάτος καλλιτεχνικές εμμονές που τον κάνουν να ξεχωρίζει από κάθε άλλο μουσικό του σήμερα. Όποιος έχει ασχοληθεί έστω λίγο με τους White Stripes και χωρίς να το ψάξει παρατηρεί πως παντού υπάρχει ο αριθμός 3 αλλά φυσικά και η τριχρωμία, με σειρά συχνότητας, κόκκινο – άσπρο – μαύρο. Που θεωρεί τον πιο δυνατό χρωματικό συνδυασμό στο κόσμο.

Τρία μουσικά όργανα, είτε drums, κιθάρα & φωνή είτε όποιος άλλος συνδυασμός ορίζουν την μινιμαλιστική του προσέγγιση. Ο αριθμός βρίσκεται στις πένες του αλλά και κάτω από κάθε υπογραφή του. Θεωρεί πως είναι ο πιο ολοκληρωμένος αριθμός και αναφέρεται στα: Στίχοι – μελωδία – ρυθμός. Στην τριάδα της χριστιανικής θρησκείας. Στους σηματοδότες των φαναριών, στο ότι ένα τραπέζι στέκεται και με τρία πόδια και στις τρεις βασικές νότες της blues.

Επιμελείται μόνος του το concept όλων των -πραγματικά υπέροχων- εξώφυλλων των δίσκων του και σαν άλλος αναγεννησιακός ζωγράφος η δυναμική που έχουν τα χρώματα σε κάθε έμφαση της οντότητας του έργου του είναι μοναδική. Ο βασικός λόγος που οι White Stripes θύμιζαν καρτούν με όλο το ερυθρόλευκο concept ήταν προς διάσπαση της προσοχής καθώς δεν ήθελε να μοιάζουν με ''λευκά παιδάκια που παίζουν τα blues των μαύρων''.

Πλέον γνωστό αλλά για χρόνια δεν ήταν το γεγονός πως η Meg White υπήρξε σύζυγος και όχι αδερφή του όπως προσπαθούσαν έντονα να περνούν προς τα έξω και ο λόγος για αυτό ήταν πως θεωρούσε – και πολύ ορθώς – ότι μία μπάντα με ερωτικό δεσμό θα προκαλούσε gossip ενδιαφέρον και θα τραβούσε την προσοχή από το βασικό, την μουσική. Ενώ μια μπάντα με αδέρφια έχει κάτι το αθώο και αγνό. Τα είχε όλα πάντοτε σχεδιασμένα και κάτω από κάθε του κίνηση κρύβεται η αγάπη για την μουσική και τίποτε άλλο.

<<Έχω τρεις πατέρες. Τον βιολογικό μου, τον Θεό και τον Bob Dylan>>

Ο,ΤΙ ΑΓΓΙΖΕΙ ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΔΙΚΟ ΤΟΥ

Αξίζει πραγματικά μία ελαφρώς πιο εκτενής αναφορά στο ιστορικό των διασκευών που εμπεριέχονται στο ρεπερτόριο του. Είτε με τους White Stripes, είτε σόλο, είτε με όποιο άλλο μουσικό πρότζεκτ έχει ασχοληθεί ο White έχει μια μακρά και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία σε διασκευές τραγουδιών από άλλους μουσικούς. Δεν στοχεύει στο να πατήσει απλά στην υπάρχουσα δημιουργία με μία ανέμπνευστη προσέγγιση. Εν αντιθέσει διαλύει το δημιουργικό οικοδόμημα των κομματιών και το ξαναχτίζει από την αρχή. απόκοσμες, σκοτεινές, ατμοσφαιρικές , ο White περνάει τις δημιουργίες άλλων μουσικών μέσα από το εκκεντρικό και ζοφερό καλλιτεχνικό του φίλτρο δίνοντας τους νέα έννοια και πρωτότυπη σύσταση.

από τον πρώτο κιόλας δίσκο μας παρουσίασε το ξεχωριστό αυτό ταλέντο, εν μέσω της νεανικής του ορμής και του παντρέματος punk & blues συναντάμε 4 διασκευές. Οι δύο είναι αυτές που ξεχωρίζουν, η εκτέλεση του φημισμένου παραδοσιακού και συνήθως jazz style εκτελεσμένου '' St. James Infirmary Blues'' που δεν έχει παιχτεί ποτέ με τόσο νεύρο. Αυτή όμως που όρισε τον δίσκο είναι εκείνη στο ''One More Cup Of Coffee'' του κολλητού του Bob Dylan. Το τραγούδι είναι πικρό, είναι χωρισμός και πόνος. O κύριος White ζωγραφίζει ξανά πορτραίτο εγκατάλειψης με μια εκτέλεση που γυρνάει το νόμισμα και φανερώνει με την ατμόσφαιρα που από δίδει την ζοφερότητα των στίχων. Τον πικρό, πικρό καφέ...

''JOLENE'': Όσο υπέροχο και να είναι το αυθεντικό της Dolly Parton, εδώ ο μελλοντικός hall of famer παίρνει τα μελαγχολικά ψήγματα του πρωτότυπου και με μία μινιμαλιστική προσέγγιση - όπως μας έχει συνηθίσει - με την σπαρακτική του φωνή κραυγάζει σαν πληγωμένος λύκος και το ουρλιαχτό <<Jolene, Jolene, Jolene>> φτάνει στα πέρατα του βόρειου σέλας κάτω από το οποίο ηχογραφήθηκε. Το ξέσπασμα της κιθάρας στη μέση του κομματιού είναι απόγνωση, θυμός και οργή που κατευνάζονται ξανά με μία απότομη μετάβαση στο σκοτεινό δεύτερο κουπλέ όπως ακριβώς λειτουργεί ένας παθιασμένος και πληγωμένος άνθρωπος σε παράκρουση από έρωτα. Δεν ξέρω τι φλόγα έκαιγε μέσα του εκείνη την ημέρα, αυτό που ξέρω είναι πως η τρίχα του κοινού δεν σηκώθηκε από το κρύο...

Μεταξύ πολλών ξεχωρίζει ακόμα και η διασκευή του στο ''Love is Blindness'' των U2. Αν ο Bono διατηρεί ίχνος τσίπας – λες; - θα πρέπει να μεταβιβάσει στον White τα δικαιώματα του τραγουδιού. Το απογείωσε και το ερμήνευσε με τέτοιο συναίσθημα που μου χαράχτηκε στο μυαλό και με στοίχειωσε μόλις από το πρώτο άκουσμα.

ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΣ ΣΕ ΛΑΘΟΣ.. Ή ΣΤΗ ΠΙΟ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΕΠΟΧΗ;

Μέσω της διμελής μπάντας ''The White Stripes'' μας συστήθηκε δισκογραφικά λίγο πριν την αυγή της νέας χιλιετίας και από underground συγκρότημα αναρριχήθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο σταδιακά μεν απρόσμενα δε χωρίς η μουσική του να εμπεριέχει το παραμικρό από εμπορική στόχευση. Η αίσθηση που προκαλούν οι πρώτες του δημιουργίες είναι πως ήξερε πάρα πολύ καλά τι ακριβώς ήθελε να κάνει. Πολλά συγκροτήματα και μουσικοί αλλιώς ξεκινούν και αλλού καταλήγουν, πάρτε για παράδειγμα τους Beatles, από τα καλά παιδιά με τα χορευτικά rock n' roll και pop κομμάτια εξελίχθηκαν και κατέληξαν στο να γίνουν το πιο avant-garde συγκρότημα της εποχής τους, για ένα φεγγάρι ηγέτες του ψυχεδελικού κινήματος και για μια ολονυκτία το συνώνυμο του art rock ρεύματος. Ο Jack White όμως ευθύς εξαρχής είχε επιλέξει το μονοπάτι που θα διανύσει το οποίο στην εξέλιξη του ως μουσικός και καλλιτέχνης είδε κάποιες παρακάμψεις, μερικές στάσεις αλλά ποτέ δεν ξεστράτισε από την αρχική του πορεία. Στο GPS της καλλιτεχνικής του έκφρασης και καριέρας έθεσε από την πρώτη νότα τον χάρτη πορείας. απόλυτα πιστός στις επιρροές του και αυστηρά υπέρμαχος της αναλογικής ηχογράφησης δίχως τεχνολογικά βοηθήματα, ήθελε και θέλει να αναβιώνει την επιστροφή στην αυθεντικότητα και στην αγνή ουσία της rock. Με τους δύο κεντρικούς άξονες των αρχών του να είναι η μινιμαλιστική -back to basics- προσέγγιση και η αναβίωση των μπλουζ, ακούγοντας την μουσική των White Stripes θαρρείς πως ο αυτός ο άνθρωπος δεν είχε ακούσει μουσική που δημιουργήθηκε μετά την δεκαετία του '60. Πολύ πιθανό φυσικά, πέρα από λίγες εξαιρέσεις όπως τα πανκ ακούσματα του, αυτή να ήταν και η πραγματικότητα.

Στην αλλαγή της χιλιετίας και σε μια εποχή που η μουσική βιομηχανία είδε τις πιο δραστικές αλλαγές στο τι είναι πια mainstream και μουσικά επίκαιρο ο White πήρε εκ διαμέτρου αντίστροφη πορεία. Η rock μουσική μετά την επανάσταση και την παρακμή της grunge κακά τα ψέμματα ήταν σε τέλμα όσον αφορά την εμπορικότητα και τις φρέσκες ιδέες. Σίγουρα θα είχαν γραφτεί άρθρα με τίτλους όπως ''η ροκ πέθανε'' και τα σχετικά. απόψεις του στυλ:<<ξέρεις κάτι, τα έχουμε κάνει όλα στην ροκ, δεν έχει μείνει κάτι άλλο, τερματίστηκε το είδος>> να ακούγονται στους μουσικούς κύκλους και να σηκώνει πολύ κουβέντα καθώς δεν είναι απλά μία ακραία πεσιμιστική δήλωση. Βασίζεται στο γεγονός πως η αυθεντική rock είναι συγκεκριμένη και γύρω από αυτές τις 4 νότες τι ακόμα θα μπορούσε να γίνει που θα κατακτήσει το κόσμο;

Η επιστροφή στις ρίζες της που ήδη είχαν συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής. Η απλή , κυνική και to the point αποψίλωση των περιττών στοιχείων που προστέθηκαν με την εξέλιξη του είδους. Η ενστικτώδης και αρχέγονη αντίληψη και αίσθηση της μουσικής.

Έβλεπα τον White στο εξαίσιο ντοκιμαντέρ ''It Might Get Loud'' (μαζί με Jimmy Page & Edge) να ακούει τον αγαπημένο του μπλουζ δίσκο από τον Son House. Έναν μουσικό να μοιρολογεί παίζοντας βαριά και συρόμενα από νταλκά riff στη κιθάρα με κανένα άλλο όργανο από πίσω. Η έκφραση του Jack White θύμιζε μικρό παιδί που αντικρίζει τον Άϊ Βασίλη, για εκείνον αυτό ήταν η επιτομή της μουσικής του φιλοσοφίας και το καλύτερο πράγμα του κόσμου. Αυτό ακριβώς προσπάθησε να εισάγει στην δική του έκφραση, την απλότητα, τις μπλουζ επιρροές και τον ανόθευτο ήχο που προήλθαν μέσω της έμμεσης επίκλησης στις μουσικές αυθεντίες-ινδάλματα του. Ακούγεται ολίγον οξύμωρο, η αυθεντικότητα που τον χαρακτηρίζει να προήλθε από την μουσική επίκληση στις αυθεντίες, αλλά μου βγαίνει ως η απόλυτη εξήγηση του φαινομένου Jack White.

Απατώντας στην ερώτηση του κεφαλαίου. Μπορεί ο White αν είχε γεννηθεί σε μια εποχή που η ακμή του θα τον έβρισκε κάπου στης δεκαετία του '60 ή 70 με δεδομένο πως σίγουρα θα είχε τις ίδιες αντιλήψεις και πρότυπα -αφού αυτά και για τότε ήταν παλιά- αυτή τη στιγμή σίγουρα θα μιλούσαμε για έναν μουσικό με το status των μεγάλων, δε θα αναφέρω ονόματα για να απόφευχθούν από την σκέψη σας ανόητες συγκρίσεις που θα υποβαθμίσουν την άποψη. Η καλλιτεχνική του πάστα, το έργο του και η προσωπικότητα του δεν συμβαδίζουν με τα πρότυπα του σήμερα. Αν πίστευα σε υπερφυσικές θεωρίες συνωμοσίας θα υπέγραφα αυτό:

Ως αυτός ο εκκεντρικός τύπος με τις ιδιαίτερες εμμονές με τον αριθμό τρία και τα χρώματα, υπήρχε μουσικά στις αρχές των 70s αλλά διαγράφηκε από παντού και του ανατέθηκε μια απόστολή με εξέχουσα σημασία. Με υπογεγραμμένη από τους Led Zeppelin, Hendrix & Muddy Waters διαταγή μπήκε στην ''The DeLorean'' του Doc Brown (από τη ΄''Επιστροφή στο Μέλλον'' ντε) με ιεραποστολικό σκοπό να προσγειωθεί στην εποχή μας. Χωρίς να κοιτάξει αριστερά και δεξιά στο μουσικό γίγνεσθαι να διασφαλίσει τα σκήπτρα που οι παραπάνω κατέκτησαν. Με την σκυτάλη της αυθεντικής rock ανά χείρας να την παραδώσει στους εκκολαπτόμενους μουσικούς αλλά και στη νέα γενιά που μέσω εκείνου θα διευρύνει τα ακούσματα της διατηρώντας έτσι αναλλοίωτη και ζωντανή την φλόγα του αδιαφιλονίκητου βασιλιά της δημοφιλούς μουσικής. Έχουμε να δούμε τέτοιον ατόφιο ροκά από τον Kurt Cobain.

Η μπίλια με το DNA του Jack White περιπλανιόταν στο σύμπαν και ήρθε και έκατσε εν τέλει την πιο κατάλληλη στιγμή σε μία από τις πιο κρίσιμες καμπές στο χρονοδιάγραμμα της rock κουλτούρας, εκεί που πήγε να δημιουργηθεί γούβα και τέλμα, η μπίλια έκατσε σαν το πιο ιδανικό μπάλωμα επιτρέποντας στην γραμμή των ανόθευτων και ρομαντικών ιδεών της rock μουσικής να συνεχίσει την πορεία της.

Σε ευχαριστούμε μελλοντικέ θρύλε.

Υ.Γ. Εάν το 2024, δηλαδή την χρονιά που θα συμπληρώνει 25 χρόνια από τον πρώτο δίσκο και θα πληροί το χρονικό κριτήριο εισαγωγής στο ''Rock & Roll Hall Of Fame'' δεν είναι από τις μια πέντε επιλογές, θα είναι σκάνδαλο.

Υ.Γ. 2: Δεν ηχογραφεί ποτέ την μουσική του ψηφιακά και μοντάρει τις κασέτες με ξυραφάκι, αν δε σας το είπα ήδη 3 φορές.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝA ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΓΙΑ ΑΡΧΑΡΙΟΥΣ

κυρίως από White Stripes:

Ball & Biscuit

Icky Thumb

Dead Leaves And The Dirty Ground

Wild Orchid

My Doorbell

Little Bird

300 M.P.H. Torrential Outpour Blues

The Hardest Button to Button

Death Letter

Black Math

I Just Don't Know What To Do With Myself

Blues Veins ( με το συγκρότημα ''The Raconteurs'')

Love Interrruption ( solo)

Sixteen Saltiness (solo)

High Ball Stepper (solo)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Popular Posts