Αναδρομή της Δεκαετίας:
Δεκαετία του 80! Σαν να λέμε αιώνες πριν και η Αθήνα όπως φαντάζεστε οι καινούριοι και θυμάστε οι παλιοί είναι μια άλλη πόλη. Και το κοινό που διασκεδάζει και κινεί τα μαγαζιά είναι μια μεγάλη παρέα που ισορροπεί ανέμελα ανάμεσα στο rock και την disco, την Πλάκα και το Κολωνάκι, την Γλυφάδα και την Μύκονο. Οι μουσικές είναι γνωστές λίγο πολύ, χορεύουμε με πάθος Billy Jean , Like a virgin αλλά και Pour some sugar on me, ο Βαγγέλης Γερμανός βγάζει τα Μπαράκια, φοράμε βάτες, γκέτες, αλλά και δερμάτινα perfecto και μπότες Tony Mora, έχουμε φράντζες και ανταύγειες, ψωνίζουμε δίσκους στο Pop Eleven, και πληρώνουμε ακόμα με δραχμές.
Στον Ταχυδρόμο ο Ιάκχος (Ζάχος Χατζηφωτίου) γράφει τα πρώτα κοσμικά, ο Άρης Δαβαράκης μας μαθαίνει τα in και τα out -ενώ αργότερα εκδίδει το δικό του περιοδικό, τα « Πρόσωπα»- και ο Πέτρος Κωστόπουλος στο ΚΛΙΚ μας μαθαίνει να γράφουμε όπως μιλάμε. Στην τηλεόραση βλέπουμε Δυναστεία και στο σινεμά Flashdance, και στις 31 Μαρτίου του 1987 ο 9.84 εκπέμπει για πρώτη φορά μετά από πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Αθηνών Μιλτιάδη Έβερτ.
Τα μαγαζιά της εποχής θρυλικά. Έξω από την ξύλινη Αυτοκίνηση του Μάκη Σαλιάρη στην Κηφισίας, την πόρτα της οποίας φρουρεί ως άλλος Κέρβερος ο Παντελής - ο διασημότερος και ωραιότερος πορτιέρης της πόλης που αργότερα μεταγράφτηκε στο Mercedes- οι πρώτες ουρές είναι γεγονός και οι λίγοι και τυχεροί ανεμίζουν τις ειδικές – συλλεκτικές πια- κάρτες τους για να μπουν στον «ναό». Στα «Εννιάρια» πίσω από το Στάδιο, για να καθίσεις για φαγητό στο αριστερό κομμάτι που λειτουργούσε το εστιατόριο αν ήσουν άντρας έπρεπε να φοράς υποχρεωτικά γραβάτα, και για να κλείσεις τραπέζι στο club που ήταν στο δεξί κομμάτι του μαγαζιού έπρεπε να είχες όνομα, λεφτά και τον Αλόρα – τον μετρ- μέσο. Εκεί, στο στέκι των πιο επωνύμων της Αθήνας, ο Κώστας Ζουγανέλης μας πρωτόμαθε να τρώμε σαλάτα με ωμό σπανάκι, γαρίδες με bacon και αυθεντικό σουφλέ σοκολάτα. Τα καλοκαίρια το μαγαζί μετακομίζει στις 9 Μούσες του Αστέρα σε μεγαλύτερο χώρο, με περισσότερα τραπέζια και τον κύριο Κώστα, τον πορτιέρη να γίνεται πιο ελαστικός στα κριτήρια του. Στo Caipirinhia στο Ψυχικό ο Χάρης μαζεύει όλα τα Β.Π. και στην κονσόλα ο Άκης Μπαλασόπουλος παίζει μουσική και κάνει πλάκα με το κοινό που τον αποθεώνει όταν φωνάζει από μικροφώνου «Όλες με θέλουν για το κορμί μου!» χορεύοντας lambada.
Οι πιο κοσμικοί διασκεδάζουν επίσης στην Bora Bora στο Κολωνάκι - θυμάμαι σαν να είναι τώρα τον Ερρίκο Πετιλόν και τον Δημήτρη Σούλη, δυο από τα ωραιότερα αγόρια της πόλης να έχουν μόνιμα το δικό τους τραπέζι στο μαγαζί και τα κοριτσάκια να συνωστίζονται γύρω τους και να τους κοιτάζουν σαν θεούς- ενώ στο μικρό Mercedes, σκαρφαλωμένο στο όροφο ενός εμπορικού κέντρου στην Πλατεία Εσπερίδων στην Γλυφάδα- ο Βασίλης Τσιλιχρήστος βάζει τα θεμέλια για να χτιστεί ένας μύθος. Στο Κολωνάκι, κάπου γύρω στο 84 το Balthazar γίνεται bar restaurant και ξεκινάει μια καινούρια «καριέρα» ενώ το 1987 ο Ισίδωρος Οδυσσέως και τα αδέρφια Ανδρέας και Γιώργος Πιτσιλής ανοίγουν το Rock & Roll στην Λουκιανού, στον χώρο που λειτουργούσε για χρόνια πριν ένα από τα διασημότερα εστιατόρια των 70-80s το Stage Coach.
Στον περιφερειακό του Λυκαβηττού ο Δημήτρης Μπαβέλας φιλοξενεί στο «μικρό» Wild Rose όλη την αφρόκρεμα της αθηναϊκής νεολαίας σε βραδιές με ροκ μουσική και σκληρό ξενύχτι, και μένα πίσω από την μπάρα του για μια γερή τετραετία. Αργότερα το μαγαζί θα μετακομίσει στην Πανεπιστημίου και θα συνεχίσει να γράφει την δική του ιστορία για αρκετά χρόνια. Το 1982, ο Τάσος Μελετόπουλος μαζί με τον αδερφό του Σπύρο αποφασίζουν να μετατρέψουν το παλιό Εργοστάσιο ξυλείας του πατέρα τους σε club. Οι συντελεστές εντελώς ετερόκλιτοι και το αποτέλεσμα μαγικό. Ο Άρης Δαβαράκης στην πόρτα επιλέγει το πιο επιτυχημένο μείγμα crowd – από Αλίκη μέχρι πανκιά από τα δυτικά προάστια- που μπορώ να θυμηθώ σε μαγαζί με τα δικά του, μοναδικά κριτήρια, ο Γιώργος Παυριανός κάνει ταμείο και η κυρία Έλενα στις τουαλέτες βλέπει, ακούει αλλά δεν μιλάει. Ευτυχώς. Τα δε πάρτι υπήρξαν ιστορικά. Όπως και οι ουρές που έφταναν μέχρι την Βουλιαγμένης. Θυμάμαι ακόμα μια χρονιά απόκριες που είχαμε ντυθεί γύφτοι, και σκάσαμε μύτη με ημιφορτηγό φορτωμένο με πατάτες και ενσωματωμένα ηχεία να παίζουν κλαρίνα - ευγενική χορηγία του Τάκη Μαδεράκη- ξεσηκώνοντας τρελές επευφημίες.
Στην Μύκονο μεσουρανούν η Βεγγέρα, η Ibiza του Μπάμπη Πασάογλου που αργότερα θα ανοίξει τα Astra και ο Κούκος που θα μεταφερθεί και στην Αθήνα, στην νησίδα πάνω από το Κολυμβητήριο, και στα εγκαίνια ο Φερνάντο, ένας εκ των ιδιοκτητών, θα εμφανιστεί πάνω σε άλογο.
Τα πιο rock παιδιά της εποχής πηγαίνουν στο Bright Shoe στην Ερατοσθένους, φυσικά στο No Name κοντά στο Κάραβελ όπου η Θέκλα – για χρόνια αγαπημένη του Δημήτρη Πουλίκα (κου)- εναλλάσσεται στα decks με τον Κώστα Ζήκο και παίζουν απίστευτες μουσικές, αλλά και στην Κουίντα στην Κυψέλη για πιο underground καταστάσεις. Η περιοχή του Χίλτον γίνεται στέκι με τα Παπάκια, τον Ηριδανό αλλά και το Sui Generis του Νίκου Μαούνη. Στις πίστες ο Γιώργος Μαρίνος δίνει ρέστα στην Μέδουσα, η Άντζελα Δημητρίου κάνει επιτυχία με το «Ποια Θυσία» και συμπράττει με τον Δημήτρη Κοντολάζο και την Λιζέτα Νικολάου στο Playboy της Συγγρού, η Κωνσταντίνα είναι πρώτο όνομα στην Αθηναία, ενώ ο πρωτοεμφανιζόμενος Λευτέρης Πανταζής τραγουδάει το «Παράνομος και αν είναι ο δεσμός μας» και στο Lido της οδού Αμερικής κάθε βράδυ σπάει το μαγαζί.. Μετά το πρόγραμμα έχει μακαρονάδα στο La Minute στο Κολωνάκι, ή ζεστό ρυζόγαλο στην Ομόνοια.
Γαστρονομικώς υπάρχει σχετική ησυχία και τα πάντα συμβαίνουν στο Κολωνάκι ή γύρω από αυτό. Η Ράτκα γίνεται στέκι με το που ανοίγει, ενώ αγαπάμε επίσης το Fayum στην Κλεομένους, το Καρόλου Ντηλ στα σκαλάκια πάνω από την Ξενοκράτους, τον Γεροφοίνικα, τον Βλαδήμιρο, την Γάστρα, το Da Walter και το Al Convento που μας μύησαν στην αυθεντική ιταλική κουζίνα χωρίς κρέμα γάλακτος στην καρμπονάρα, τον Απότσο για τα κεφτεδάκια και το πολιτικό sight seen, και φυσικά το Everest που τότε είναι ΤΟ τοστάδικο και ταυτόχρονα το μέρος από το οποίο περνάνε όλοι κάποια στιγμή μέσα στην βραδιά. Και φυσικά να μην ξεχάσω το θρυλικό 14 στην Πλατεία Κολωνακίου, το Bitsoulas, την disco Barbarela, το San Lorenzo, το Kaktus, το Make Up, το Don Juan, το Figaro, τον Μήτσο με τις θρυλικές τυρόπιτες και…
Ποιος ξέρει πόσα ακόμα που τα ξεχνάω αλλά είμαι και μεγάλη γυναίκα όπως καταλαβαίνετε από την ιστορία και μου δικαιολογούνται κάποια κενά.
Κλείνοντας αυτή την αναδρομή στα νιάτα μας που έχουν περάσει δυστυχώς ανεπιστρεπτί, να πω μόνο ότι έχω την αίσθηση πως εκείνη η εποχή ήταν όντως όλα διαφορετικά. Πιο αθώα θα έλεγα, αν και μπορεί να τα θυμάμαι εγώ έτσι επειδή ο χρόνος που περνάει έχει την ιδιότητα να καλύπτει με την πατίνα του τις ατέλειες.
Πάντως, επιβιώσαμε- οι περισσότεροι- της καταστροφής σε μια δεκαετία που είχε περισσότερα ναρκωτικά – τότε η κόκα ήταν σχεδόν trend για τα παιδιά των.. καλών οικογενειών- περισσότερο σεξ, σίγουρα πολύ περισσότερο ξενύχτι, και περισσότερες αλητείες. Αλλά νομίζω και περισσότερη μπέσα ανάμεσα στους ανθρώπους που αποτελούσαν τον καμβά της νυχτερινής ζωής, είτε σαν επιχειρηματίες, είτε σαν εργαζόμενοι, είτε σαν πελάτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου