Γεώργιος Σεφέρης, Άρνηση Ποιητής Νομπελίστας, «Το περιγιάλι το κρυφό…»: ένα παρεξηγημένο ποίημα. Το σύντομο αυτό ποίημα του Σεφέρη, πολύ δημοφιλές στην Κύπρο, θεωρήθηκε (και θεωρείται) από πολλούς ότι έχει πηγή έμπνευσης ένα πολύ όμορφο ακρογιάλι της Κύπρου, την παραλία του Κώννου στον Πρωταρά, στις ανατολικές ακτές του νησιού μας. Σαν τέτοιο το συστήνουν οι ξεναγοί, έτσι το χρησιμοποιούν σε κείμενά τους δημοσιογράφοι και άλλοι. Δυστυχώς, παρ’ όλη την αγάπη και τους δεσμούς του ποιητή με την Κύπρο, παρ’ όλο ότι μια ολόκληρη ποιητική του συλλογή είναι εμπνευσμένη από την Κύπρο, αυτό δεν ευσταθεί. Ο Σεφέρης ήρθε για πρώτη φορά στην Κύπρο το φθινόπωρο του 1953. Το ποίημα «Άρνηση» είναι το πέμπτο της πρώτης ποιητικής συλλογής «Στροφή», που εξέδωσε ο Σεφέρης το 1931, είκοσι δύο ολόκληρα χρόνια πριν από το ταξίδι του στο νησί. Τα ποιήματα της συλλογής είναι γραμμένα μετά την επιστροφή του από το Παρίσι (1924) και απηχούν απαισιόδοξα συναισθήματα και δύσκολες ψυχικές καταστάσεις αυτής της περιόδου. Τέτοιες καταστάσεις είναι, για παράδειγμα, οι ίδιες οι σπουδές του στα νομικά που δεν τις ήθελε, που τις ακολούθησε κατ’ απαίτηση του πατέρα του και που τον έκαναν συχνά πολύ δυστυχισμένο. Είναι ακόμη δυο άτυχοι έρωτές του, με την κόρη της σπιτονοικοκυράς του στο Παρίσι και λίγο αργότερα με κάποια άλλη κοπέλα, τη Jacqueline, με την οποία χώρισε γιατί γνώριζε εκ των προτέρων την αντίδραση της οικογένειάς του. Πολλές λεπτομέρειες για όλα αυτά και την ψυχολογική του κατάσταση μας δίνει το βιβλίο της αδελφής του Ιωάννας Τσάτσου, «Ο αδελφός μου Γ. Σεφέρης», καθώς και τα ημερολόγια του ποιητή (Μέρες Α). Η «Άρνηση», λοιπόν, είναι ποίημα αυτής της περιόδου, ένα ερωτικό ποίημα, αλλά και ποίημα που περικλείει ένα από τα προσφιλή θέματα του Σεφέρη, την τραγικότητα του «ανθρώπου που ξαστόχησε», του ανθρώπου που ξεκίνησε με όνειρα, με επιθυμίες, με πάθος για τη ζωή, αλλά που κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως η ζωή του ήταν ένα μοιραίο λάθος, πως χαράχτηκε πάνω σ’ ένα λανθασμένο δρόμο κι αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή. Ο ερωτισμός του ποιήματος δεν μαρτυρείται μόνο από το «κρυφό» (τόπος μυστικής συνάντησης) αλλά και από το γράψιμο του ονόματος στην άμμο. Ένα ερωτευμένο ζευγάρι, περπατάει σ’ ένα ερημικό, αμμουδερό ακρογιάλι. Η άρνηση όμως βρίσκεται διαρκώς μπροστά του. Άρνηση της φύσης να σβήσει τη δίψα τους (το νερό είναι γλυφό), άρνηση της αμμουδιάς να κρατήσει το χαραγμένο όνομα. Παμπάλαιη όσο και διαχρονική συνήθεια των ερωτευμένων να χαράζουν τα ονόματά τους ή τα αρχικά τους πάνω σε κορμούς δέντρων ή όπου αλλού, ακόμα και πάνω στην άμμο κι ας ξέρουν, ή ας μην προνοούν, πόσο φευγαλέο θα είναι αυτό το γράψιμο. Και, τέλος, άρνηση της ίδιας της ζωής να πραγματοποιήσει τα όνειρα και τις επιδιώξεις των εραστών-αφηγητών. Με μια μελαγχολική παραδοχή του λάθους που έκαναν αποφασίζουν ν’ αλλάξουν ζωή. Δεν νομίζω πως ο κόσμος που τραγουδάει τ’ όμορφο αυτό ποίημα με τη θαυμάσια μελοποίηση του Θεοδωράκη, πάει σ’ όλο το βάθος του ποιήματος. Οι πιο πολλοί περικλείουν όλο το νόημά του στον πρώτο στίχο. Γι’ αυτούς είναι ένα ποίημα που υμνεί ένα όμορφο ακρογιάλι. Τίποτ’ άλλο.
Γεώργιος Σεφέρης, Άρνηση Ποιητής Νομπελίστας, «Το περιγιάλι το κρυφό…»: ένα παρεξηγημένο ποίημα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο σύντομο αυτό ποίημα του Σεφέρη, πολύ δημοφιλές στην Κύπρο, θεωρήθηκε (και θεωρείται) από πολλούς ότι έχει πηγή έμπνευσης ένα πολύ όμορφο ακρογιάλι της Κύπρου, την παραλία του Κώννου στον Πρωταρά, στις ανατολικές ακτές του νησιού μας. Σαν τέτοιο το συστήνουν οι ξεναγοί, έτσι το χρησιμοποιούν σε κείμενά τους δημοσιογράφοι και άλλοι. Δυστυχώς, παρ’ όλη την αγάπη και τους δεσμούς του ποιητή με την Κύπρο, παρ’ όλο ότι μια ολόκληρη ποιητική του συλλογή είναι εμπνευσμένη από την Κύπρο, αυτό δεν ευσταθεί.
Ο Σεφέρης ήρθε για πρώτη φορά στην Κύπρο το φθινόπωρο του 1953. Το ποίημα «Άρνηση» είναι το πέμπτο της πρώτης ποιητικής συλλογής «Στροφή», που εξέδωσε ο Σεφέρης το 1931, είκοσι δύο ολόκληρα χρόνια πριν από το ταξίδι του στο νησί. Τα ποιήματα της συλλογής είναι γραμμένα μετά την επιστροφή του από το Παρίσι (1924) και απηχούν απαισιόδοξα συναισθήματα και δύσκολες ψυχικές καταστάσεις αυτής της περιόδου. Τέτοιες καταστάσεις είναι, για παράδειγμα, οι ίδιες οι σπουδές του στα νομικά που δεν τις ήθελε, που τις ακολούθησε κατ’ απαίτηση του πατέρα του και που τον έκαναν συχνά πολύ δυστυχισμένο. Είναι ακόμη δυο άτυχοι έρωτές του, με την κόρη της σπιτονοικοκυράς του στο Παρίσι και λίγο αργότερα με κάποια άλλη κοπέλα, τη Jacqueline, με την οποία χώρισε γιατί γνώριζε εκ των προτέρων την αντίδραση της οικογένειάς του. Πολλές λεπτομέρειες για όλα αυτά και την ψυχολογική του κατάσταση μας δίνει το βιβλίο της αδελφής του Ιωάννας Τσάτσου, «Ο αδελφός μου Γ. Σεφέρης», καθώς και τα ημερολόγια του ποιητή (Μέρες Α).
Η «Άρνηση», λοιπόν, είναι ποίημα αυτής της περιόδου, ένα ερωτικό ποίημα, αλλά και ποίημα που περικλείει ένα από τα προσφιλή θέματα του Σεφέρη, την τραγικότητα του «ανθρώπου που ξαστόχησε», του ανθρώπου που ξεκίνησε με όνειρα, με επιθυμίες, με πάθος για τη ζωή, αλλά που κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως η ζωή του ήταν ένα μοιραίο λάθος, πως χαράχτηκε πάνω σ’ ένα λανθασμένο δρόμο κι αποφασίζει ν’ αλλάξει ζωή.
Ο ερωτισμός του ποιήματος δεν μαρτυρείται μόνο από το «κρυφό» (τόπος μυστικής συνάντησης) αλλά και από το γράψιμο του ονόματος στην άμμο. Ένα ερωτευμένο ζευγάρι, περπατάει σ’ ένα ερημικό, αμμουδερό ακρογιάλι. Η άρνηση όμως βρίσκεται διαρκώς μπροστά του. Άρνηση της φύσης να σβήσει τη δίψα τους (το νερό είναι γλυφό), άρνηση της αμμουδιάς να κρατήσει το χαραγμένο όνομα. Παμπάλαιη όσο και διαχρονική συνήθεια των ερωτευμένων να χαράζουν τα ονόματά τους ή τα αρχικά τους πάνω σε κορμούς δέντρων ή όπου αλλού, ακόμα και πάνω στην άμμο κι ας ξέρουν, ή ας μην προνοούν, πόσο φευγαλέο θα είναι αυτό το γράψιμο. Και, τέλος, άρνηση της ίδιας της ζωής να πραγματοποιήσει τα όνειρα και τις επιδιώξεις των εραστών-αφηγητών. Με μια μελαγχολική παραδοχή του λάθους που έκαναν αποφασίζουν ν’ αλλάξουν ζωή.
Δεν νομίζω πως ο κόσμος που τραγουδάει τ’ όμορφο αυτό ποίημα με τη θαυμάσια μελοποίηση του Θεοδωράκη, πάει σ’ όλο το βάθος του ποιήματος. Οι πιο πολλοί περικλείουν όλο το νόημά του στον πρώτο στίχο. Γι’ αυτούς είναι ένα ποίημα που υμνεί ένα όμορφο ακρογιάλι. Τίποτ’ άλλο.