Το 1954 υπήρξε ένα κρίσιμο έτος στην εξέλιξη του Rock and Roll : Ο Elvis Presley ηχογραφεί το πρώτο του single “ That's Alright" στα Sun studios, άσχετα αν στα charts δεν τα πήγε τόσο καλά. Ο dj Alan Freed από το ραδιόφωνο WINS του Κλίβελαντ, καλείται στην Ν.Υόρκη και κάνει την εκπομπή "Rock and Roll Party”, βάζοντας το νέο είδος μουσικής για τα καλά σε παναμερικάνικο δίκτυο. Οι Bill Haley and His Comets διασκευάζουν το τραγούδι του Big Joe Turner, "Shake, Rattle and Roll". Επίσης, οι ίδιοι κυκλοφορούν τότε και το σημαντικότερο άλμπουμ στο R’n’R, το ιστορικό "Rock Around the Clock”, από την Decca Records. Σε απάντηση, o Leonard Chess, ιδιοκτήτης της ομώνυμης εταιρείας, αρπάζει και βάζει να υπογράψουν δύο νέους ταλαντούχους κιθαρίστες. Ο ένας ήταν ο Bo Diddley, που με την ορθογώνια κιθάρα του καθόρισε σε μεγάλο βαθμό το νέο ‘beat’ και το σύγχρονο R‘n’B. Ο άλλος, με τις τρομερές του ιδέες, τον πειραματισμό, τις θεαματικές φιγούρες επί σκηνής και το ασύγκριτο μπρίο στο παίξιμο της ηλεκτρικής κιθάρας, ‘έχτισε’ κυριολεκτικά το rock and roll με μια σειρά κομματιών, με πρώτο και καλύτερο το πασίγνωστο - και πέρα απ’ τα πλαίσια αυτού του πλανήτη (!) - “Johnny B. Goode”.
To συγκεκριμένο τραγούδι έχει μεγάλη ιστορία και πολύ παρασκήνιο. Τόσο στους στίχους όσο και στη σύνθεση και στη δομή του (εισαγωγή, ρυθμός, σόλο, κλπ). Όλα αυτά θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε στο παρόν άρθρο.
Ο Chuck Berry γεννήθηκε ως Charles Edward Anderson Berry, από μια οικογένεια μεσαίας τάξης στο St. Louis, το 1926. Ήταν ένα παιδί που αγαπούσε τα blues και την ποίηση. Αφού θα κερδίσει έναν διαγωνισμό ταλέντων στο σχολείο, αφήνοντας τους πάντες άφωνους με τις ικανότητές του στην κιθάρα και στα φωνητικά, το παίρνει απόφαση κι αρχίζει να ασχολείται με την τοπική μουσική σκηνή. Άρχισε να παίζει blues από την εφηβεία του, με διάφορες αυτοσχέδιες μπάντες και δανείστηκε μερικά riffs στην κιθάρα – αλλά και τεχνικές σκηνικής παρουσίας - από τον μπλουζ μουσικό T-Bone Walker . Πήρε επίσης μαθήματα κιθάρας από τον φίλο του Ira Harris, που έβαλε τα θεμέλια για το κιθαριστικό του στυλ. Ενώ ο Berry διακρίθηκε στο να παίζει τα μπλουζ του αγαπημένου του Muddy Waters και θα ήθελε να τραγουδάει με τον τρόπο του Nat King Cole, ήταν αυτή η ικανότητά του να παίζει "λευκή μουσική" που θα τον έκανε τελικά διάσημο. Στις αρχές του 1953 έπαιζε με το τρίο του Johnnie Johnson, ξεκινώντας μια μακρόχρονη συνεργασία με τον θρυλικό πιανίστα. Η μπάντα έπαιζε ως επί το πλείστον blues και μπαλάντες, αλλά η πιο δημοφιλής μουσική μεταξύ των λευκών στην περιοχή ήταν η country. "Η μουσική που έπαιζε σχεδόν γύρω από το St. Louis ήταν western swing και country", δήλωσε ο Berry στην αυτοβιογραφία του. "Η περιέργειά μου με έκανε να βάλω διάφορα πράγματα στην country, κυρίως προς τέρψιν του ‘μαύρου’ ακροατηρίου μας". Το θέαμα και ο ήχος ενός μαύρου άνδρα που παίζει λευκή hillbilly μουσική, σε συνδυασμό με τη σκηνική παρουσία του Berry και την ικανότητά του να αυτοσχεδιάζει έξυπνους στίχους για κάθε ευκαιρία, αποτέλεσε κάτι το πρωτόγνωρο για την μαύρη κοινότητα του Μιζούρι. Αλλά ο Berry είχε μεγαλύτερες φιλοδοξίες: ήθελε να κάνει δίσκους.
Ο Chuck Berry γεννήθηκε ως Charles Edward Anderson Berry, από μια οικογένεια μεσαίας τάξης στο St. Louis, το 1926. Ήταν ένα παιδί που αγαπούσε τα blues και την ποίηση. Αφού θα κερδίσει έναν διαγωνισμό ταλέντων στο σχολείο, αφήνοντας τους πάντες άφωνους με τις ικανότητές του στην κιθάρα και στα φωνητικά, το παίρνει απόφαση κι αρχίζει να ασχολείται με την τοπική μουσική σκηνή. Άρχισε να παίζει blues από την εφηβεία του, με διάφορες αυτοσχέδιες μπάντες και δανείστηκε μερικά riffs στην κιθάρα – αλλά και τεχνικές σκηνικής παρουσίας - από τον μπλουζ μουσικό T-Bone Walker . Πήρε επίσης μαθήματα κιθάρας από τον φίλο του Ira Harris, που έβαλε τα θεμέλια για το κιθαριστικό του στυλ. Ενώ ο Berry διακρίθηκε στο να παίζει τα μπλουζ του αγαπημένου του Muddy Waters και θα ήθελε να τραγουδάει με τον τρόπο του Nat King Cole, ήταν αυτή η ικανότητά του να παίζει "λευκή μουσική" που θα τον έκανε τελικά διάσημο. Στις αρχές του 1953 έπαιζε με το τρίο του Johnnie Johnson, ξεκινώντας μια μακρόχρονη συνεργασία με τον θρυλικό πιανίστα. Η μπάντα έπαιζε ως επί το πλείστον blues και μπαλάντες, αλλά η πιο δημοφιλής μουσική μεταξύ των λευκών στην περιοχή ήταν η country. "Η μουσική που έπαιζε σχεδόν γύρω από το St. Louis ήταν western swing και country", δήλωσε ο Berry στην αυτοβιογραφία του. "Η περιέργειά μου με έκανε να βάλω διάφορα πράγματα στην country, κυρίως προς τέρψιν του ‘μαύρου’ ακροατηρίου μας". Το θέαμα και ο ήχος ενός μαύρου άνδρα που παίζει λευκή hillbilly μουσική, σε συνδυασμό με τη σκηνική παρουσία του Berry και την ικανότητά του να αυτοσχεδιάζει έξυπνους στίχους για κάθε ευκαιρία, αποτέλεσε κάτι το πρωτόγνωρο για την μαύρη κοινότητα του Μιζούρι. Αλλά ο Berry είχε μεγαλύτερες φιλοδοξίες: ήθελε να κάνει δίσκους.
Rock and Roll Music
Τον Μάιο του 1955, ο Berry ταξίδεψε στο Σικάγο για να δει τον αγαπημένο του μπλουζ τραγουδιστή, Muddy Waters σε κάποια παράσταση. Μετά το live, μάζεψε όσες δυνάμεις είχε και κατάφερε με πει λίγα λόγια με το είδωλό του. "Ήταν η αίσθηση σαν να μιλάς με τον Πρόεδρο ή τον Πάπα", θυμήθηκε ο Berry. "Του είπα για τον θαυμασμό που του έτρεφα, για τις συνθέσεις του και τον ρώτησα ποιον θα μπορούσε να δει για να κάνω κάποιον δίσκο". Ο Waters τότε του είπε να δει τον Leonard Chess. Και πράγματι, κρατώντας τον λόγο του, την επόμενη ημέρα, τον έφερε σε επαφή με τον διευθυντή και ιδρυτή της Chess. Εκεί ο Berry έδωσε με πάθος μια φλογερή ομιλία που περιέγραφε τις ελπίδες του ως μουσικός. Στη συνέχεια ο Chuck έδωσε στον Leonard να ακούσει ένα demo με την επιτυχία "Ida Red", ένα τραγούδι από το 1938, του Bob Wills. Αυτό - και η προηγούμενη ομιλία - έκανε μεγάλη εντύπωση στο αφεντικό της δισκογραφικής κι αμέσως τον έβαλε να υπογράψει συμβόλαιο. Η Chess έβλεπε την αγορά στο R’n’B ολοένα να συρρικνώνεται και έβλεπε τον Berry ως ευκαιρία που θα μπορούσε να την ξελασπώσει. Αναγνώρισε στο πρόσωπό του τη δυναμική διασταύρωση ενός μαύρου καλλιτέχνη που έπαιζε ‘λευκή’ μουσική. Το σκεπτικό της ήταν: σε τελική ανάλυση, εάν ένας λευκός όπως ο Presley μπορούσε να κάνει hits με ΄μαύρη΄ μουσική, γιατί να μην δοκιμάσουμε το αντίθετο; Έτσι, στο "Ida Red”, σε μια νέα ηχογράφηση, βάρυναν λίγο τον ήχο, πρόσθεσαν μπάσο και μαράκες στο τρίο του Berry. Επίσης ζήτησαν από τον Berry να γράψει νέους στίχους, επιμένοντας ότι "τα παιδιά θέλουν δυνατό beat, γρήγορα αυτοκίνητα και εφηβική αγάπη". Ο Chuck τότε ανταποκρίνεται άμεσα στην πρόκληση με μια εξωφρενική ιστορία για έναν άνθρωπο που οδηγεί ένα V8 Ford, κυνηγώντας την άπιστη φίλη του στο Cadillac Coupe de Ville. Ο τίτλος άλλαξε από "Ida Red" σε "Maybellene", ένα όνομα εμπνευσμένο από μια μάρκα μακιγιάζ κοριτσιών φορούσαν τότε - υπάρχει μέχρι σήμερα. Το τραγούδι ηχογραφείται με τους Johnnie Johnson στο πιάνο, Jerome Green (από την Bo Diddley’s band ) στις μαράκες, Jasper Thomas στα ντραμς και Willie Dixon (!) στο μπάσο. Με την σύνθεση αυτή μάλιστα αργότερα έκαναν κι αρκετές περιοδείες. Το κομμάτι τελικά θριάμβευσε, πουλώντας πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Ο ίδιος ο Elvis το ενέταξε άμεσα στις εμφανίσεις του. Κι ο Chuck καθιερώνεται ως ένας άξιος και ταλαντούχος κιθαρίστας, μουσικός και showman. Οι δρόμοι μπροστά του πλέον είναι ανοιχτοί.
Maybellene
Κάπου εκεί γνωρίζει και τον Carl Perkins και γίνονται φίλοι. Ο Perkins είπε ότι “…ήξερα για πρώτη φορά ότι ο Chuck είχε επηρεαστεί από την country μουσική”. Επίσης ο Perkins αποκάλυψε ότι του Berry δεν του άρεσε απλώς η country, αλλά γνώριζε να παίζει πάρα πολλά τραγούδια. “Ο Jimmie Rodgers ήταν ένα από τους αγαπημένους του. Ο Chuck γνώριζε κάθε Blue Yodel και το μεγαλύτερο μέρος του Bill Monroe (σ.σ.: ο πατέρας του Bluegrass)”, θυμόταν ο Perkins. Άλλο μεγάλο είδωλο του Chuck και φυσικά πολλών άλλων κιθαριστών της εποχής, ήταν ο Charlie Christian, ο μεγάλος πιονέρος κιθαρίστας της jazz. Ίσως ο πρώτος που έπαιξε ηλεκτρική κιθάρα σε κάποιο jazz σχήμα, ως μέρος μιας ορχήστρας. Με τραγούδια - θρύλους, όπως το "Roll Over Beethoven" (1956), "Rock and Roll Music" (1957) και "Sweet Little Sixteen" (1958), ο Chuck Berry άρχισε να χτίζει στην Chess τον μύθο του. Πέρασε αμέτρητες ώρες μικρός, προσπαθώντας να τον αντιγράψει και να ‘ξεσηκώσει’ το βελούδινο πάιξιμό του. Μα δε σταματάει εκεί. Έχοντας όλα αυτά τα ακούσματα μέσα του, όλες τις προοπτικές μπροστά του, το ελεύθερο από την εταιρεία του καθώς και την ακατανίκητη φιλοδοξία του, είναι έτοιμος να κάνει το επόμενο βήμα του: το μεγάλο ‘μπαμ’. Στρώνεται στη δουλειά. Παίρνει ιδέες, δανείζεται ήχους, μουσικές, στίχους, ‘κόβει και ράβει’, βάζει τα δικά του, δημιουργεί. Και στο τέλος… μεγαλουργεί. Το αριστούργημά του είναι έτοιμο. Γράφτηκε το 1958 κι ενώ ο Berry ήταν σε περιοδεία στη Νέα Ορλεάνη. Το παρουσιάζει περήφανος στους υπεύθυνους της Chess: “Johnny B. Goode λέγεται το κομμάτι”, τους είπε. Κι έβαλε το demo…
Johnny B. Goode
Με το κομμάτι αυτό ο Berry δημιούργησε τον απόλυτο λαϊκό, rock‘n’roll ήρωα μέσα σε λίγους στίχους. Ίσως αποτέλεσε το πρώτο τραγούδι που μίλησε για το ότι μπορείς να βγάλεις πολλά χρήματα - ειδικά για έναν έγχρωμο - αν γίνεις καλός κιθαρίστας και super star. Όπως δήλωσε ο ίδιος αργότερα στο περιοδικό Rolling Stone, το τραγούδι είναι αυτοβιογραφικό. Περιγράφει ένα μικρό, φτωχό κι αναλφάβητο χωριατόπαιδο από τη Λουιζιάνα, τον Johnny, που ξέρει και παίζει τόσο καλά κιθάρα, “σαν να κουδουνίζει ένα κουδούνι”. Ήταν όμως φιλόδοξος και πίστευε ότι κάποια μέρα θα γίνει ένας διάσημος κιθαρίστας. Εδώ φυσικά δεν ταιριάζουν όλα με τον ίδιο τον συνθέτη, αφού ο Berry ούτε Johnny λέγεται ούτε από την Λουιζιάνα καταγόταν ούτε αναλφάβητος ήταν. Ως επίθετο, εκτός από το ‘αληθινό’ “Β.”(Berry), βάζει και το “Goode”. Ο λόγος είναι το πατρικό του. Ο Berry γεννήθηκε στη λεωφόρο 2520 Goode Avenue, στο Saint Louis. Επίσης, αν και ο αρχικός στίχος έλεγε “colored boy” (έγχρωμο αγόρι), τον προσάρμοσε, αλλάζοντάς τον, σε ”country boy”(χωριατόπαιδο), ώστε να μπορεί χωρίς πρόβλημα να παίζεται στα ραδιόφωνα της Αμερικής. Στο τέλος, ειδικά με τον τελευταίο στίχο, η φήμη του κιθαρίστα έχει εξαπλωθεί σε μεγάλο βαθμό. Καθώς ολοένα και περισσότεροι οπαδοί του τον παροτρύνουν με τις φωνές τους "Go, Johnny, Go", ακόμα και η συντηρητική μητέρα του αναγκάζεται να παραδεχτεί πως "ίσως κάποια στιγμή το όνομά του θα είναι στα φώτα (της μαρκίζας)".Το "Johnny B. Goode" είναι μια λαμπρή, μοναδική αμερικανική ιστορία, το ίδιο το αμερικάνικο όνειρο. Ένα τραγούδι που ταυτίστηκε ένα ολόκληρο νεαρό έθνος μαζί του, που ενθουσίασε κάθε ακροατήριο, τόσο το μαύρο, όσο και το λευκό.
Το όνομα “Johnny” λέγεται ότι το ‘εμπνεύστηκε’ από τον πιανίστα Johnnie Johnson, ο οποίος έπαιζε μαζί του, στο στούντιο και σε live παραστάσεις – αν και στο συγκεκριμένο τραγούδι πιάνο παίζει ο Lafayette Leake. Ο Johnson, πολλά χρόνια αργότερα, προσπάθησε νομικά να κερδίσει την πατρότητα του κομματιού, χωρίς όμως επιτυχία. Πρέπει να το παραδεχτούμε όμως ότι είχε κάποιο δίκαιο. Ήταν αρκετά παλαιότερος, έμπειρος και καταξιωμένος συνθέτης, πολύ πριν τον Chuck, ο οποίος δεν έκρυβε ότι ήταν θαυμαστής του. Κι ίσως να ‘έπαιρνε’ κάποιους ρυθμούς και τις μελωδίες του. Για τη σύνθεση και τη μουσική του κομματιού φυσικά μπορεί να ειπωθούν αρκετά πράγματα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν αποτελεί παρθενογένεση του Berry. Ειπώθηκε παραπάνω ότι είχε από μικρότερη ηλικία πολλά σχετικά ακούσματα, ήξερε να προσέχει, να ακούει και να αντιγράφει την μουσική που τον ενδιέφερε. Έτσι πιθανότατα έκανε κι εδώ. Μία του αγάπη - και πιθανή ‘έμπνευση’ – ήταν και ο κιθαρίστας, συνθέτης και τραγουδιστής Goree Carter και το τραγούδι του "Rock Awhile”(1949). Σε αυτό το κομμάτι μάλιστα δίδεται συχνά ο τίτλος ως το “πρώτο ροκ εν ρολ τραγούδι”. Προσέξτε ομοιότητα, τόσο σε ρυθμό, όσο και στο αρχικό riff:
Rock Awhile (1949)
Σε ότι αφορά τον ρυθμό, όλοι γνωρίζουμε ότι το R’n’Roll προϋπήρχε ως άκουσμα δεκαετίες πριν τον “B.Goode”. Ένας άλλος αγαπημένος του Chuck, όπως αναφέραμε, ήταν κι ο T-Bone Walker. Και προφανώς ο Berry δεν τον μιμήθηκε μόνο στο στυλ και στο ‘showmanner’. Λάτρεψε κι αντέγραψε τραγούδια του, όπως το “ Strollin' With Bones”. Το feeling της κιθάρας, αλλά και το σόλο, κάτι... μας θυμίζει:
Strollin' With Bones (1950)
Πηγαίνοντας πιο πίσω, βρίσκουμε κι άλλα τραγούδια-εμπνεύσεις του Berry (κι όχι μόνο). Ένα από αυτά ήταν και το “Boogie Woogie Dream” των Pete Johnson and Albert Ammons, από το 1944.
Boogie Woogie Dream (1944)
Και αν πάμε αρκετά πιο πίσω στον χρόνο, εκεί θα βρούμε τους πρώτους μεγάλους μπλουζίστες του 20ού αιώνα και τα δωδεκάμετρά τους. Για παράδειγμα οι πρωτοπόροι Blind Lemon Jefferson και Blind Willie Johnson, με τις πρώτες ηχογραφήσεις των blues το 1926 / 1927, θα αποτελέσουν το επίκεντρο όλων των μετέπειτα μαύρων - και μη - μουσικών. Εκεί βρίσκουμε τα πρώτα σπέρματα όλης της σύγχρονης ροκ. Αλλά ας μην το κουράζουμε. Το ροκ εν ρολ, ως γνωστόν, είναι η φυσική εξέλιξη των μπλουζ. Όλοι το ξέρουν αυτό. Κι όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Muddy Waters: “Tα blues είχαν ένα μωρό και το όνομα αυτού, rock ‘n’ roll”. Και ο Chuck τα γνώριζε καλά όλα αυτά…
Got the Blues (1926)
Στο παραπάνω κομμάτι, αν προσέξουμε καλά, κάτι μας θυμίζουν οι πρώτες νότες. Αυτό είναι άλλο κεφάλαιο. Πολλά έχουν ειπωθεί και πολλοί έχουν αποφανθεί για την ‘έμπνευση’ ή τη σαφή πατρότητα του χαρακτηριστικού riff της εισαγωγής του “Johnny B. Goode”. Αν είμαστε αντικειμενικοί θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι, πέρα από τις ομοιότητες που ακούσαμε παραπάνω, το αρχικό riff, αλλά και η βασική δομή, του κομματιού έχει στηριχθεί απόλυτα στο τραγούδι “Ain't That Just Like A Woman”. Αυτό ανήκει στον μεγάλο σαξοφωνίστα Louis Jordan, ο οποίος το ηχογράφησε με την μπάντα του, Tympany Five, το 1946. Εδώ κιθάρα παίζει ο Carl Hogan - αν και πάλι κανείς δεν είναι απόλυτα σίγουρος αν ήταν ολότελα δική του έμπνευση. Προσέξτε στα πρώτα έξι δευτερόλεπτα την εκδοχή του Hogan. Ουσιαστικά είναι το ίδιο:
Ain't That Just Like A Woman (1946)
Επιμύθιο (άλλωστε για τραγούδι-μύθο πρόκειται): Τελικά ο Berry ‘έκλεψε’ το τραγούδι; Μεγάλη κουβέντα. Η λογοκλοπή (plagiarism) είναι ένα από τα πολυσυζητημένα θέματα στο ροκ και στη μουσική γενικότερα. Ο ίδιος ο “Πατριάρχης του Ροκ εν Ρολ” (aka Chuck Berry) έχει κατά καιρούς παραδεχτεί αρκετές απ΄τις παραπάνω ‘εμπνεύσεις’ (κλεψίματα, γιατί όχι;) που αναφέρθηκαν. Όπως εκείνος δήλωσε για το θέμα, “ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον”, εννοώντας ότι κάποια πράγματα είναι προφανή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ναι, ο Berry πήρε από πολλούς, ρυθμό, δομή, στίχους, σόλο, εισαγωγή. ‘Όμως το τελικό αριστούργημα ήταν ολόδικό του. Μπόρεσε και συνδύασε τόσους παλαιότερους συνθέτες, κιθαρίστες, καταξιωμένους μουσικούς. Από τον Christian και τον Walker, μέχρι τον Jefferson και τον Carter. Μπόρεσε να συγχωνεύσει καταπληκτικά τόσα στυλ και τάσεις μουσικής: Το hillbilly με την western swing, τα blues με την country και το bluegrass, την jazz με το rock ‘n’ roll. Και κατάφερε να φτιάξει τελικά το δικό του δημιούργημα: Το τραγούδι που ίσως είναι το πιο επιδραστικό στη ροκ μουσική - του προηγούμενου αιώνα τουλάχιστον. Αυτό που δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο - ή ακούνητο - στο άκουσμά του. Αυτό που το τραγούδησαν και το διασκεύασαν όλοι οι μεγάλοι μουσικοί και τραγουδιστές που ακολούθησαν. Από τους ΄βασιλιάδες’ Εlvis και Jimi Hendrix, ως τους Stones κι από τους Beatles, μέχρι τους …Judas Priest. Εκατοντάδες ΄βαριά’ ονόματα από κάθε είδος μουσικής, το τραγούδησαν σε άλμπουμ, σε live, σε tribute. O Keith Richards, φανατικός οπαδός του Berry, έχει δηλώσει αρκετές φορές την επιρροή που είχε στην ζωή του, τόσο ο Chuck, όσο και το συγκεκριμένο κομμάτι. Και δεν ήταν φυσικά ο μόνος. Τουλάχιστον μια γενιά μουσικών χρωστά ίσως την ύπαρξή της σε αυτό το κομμάτι, στον Chuck Berry και την εξάχορδη Gibson ES-350T που χρησιμοποιούσε. Ίσως να λέγαμε ότι όλο το ροκ εν ρολ να του οφείλει, αν όχι την ύπαρξή του, σίγουρα την εδραίωση του, με την φρενίτιδα που προκάλεσε το κομμάτι. Ό, τι και να ΄κανε ο Berry, του αναγνωρίζουμε την ευφυΐα, το ταλέντο και την ικανότητα να το κάνει. Κατάφερε να ‘συνθέσει’ τόσους και τόσους μουσικούς. 'Ομως ήταν αυτός - δικαιωματικά - ο δημιουργός ενός μύθου.
Johnny B. Goode (LIVE- 1972 )
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Και για να δικαιολογήσουμε τον υπότιτλο του άρθρου, μια μικρή - σε πολλούς γνωστή - ιστορία: Το 1977, η NASA έστειλε, με άγνωστο-τυχαίο προορισμό, χωρίς επιστροφή, δύο διαστημόπλοια για την εξερεύνηση του διαστήματος, εντός και πέρα από το ηλιακό μας σύστημα. Τα Voyager 1 και Voyager 2 - μη επανδρωμένα φυσικά - τα οποία μεταξύ άλλων περιείχαν ανθρώπινες πληροφορίες, σε περίπτωση που έρθουν σε επαφή με εξωγήινη ζωή. Θα μου πείτε τι σχέση έχουν όλα αυτά με το θέμα μας. Λίγη υπομονή. Ένας από τους υπεύθυνους του προγράμματος, ο γνωστός αστροβιολόγος Carl Sagan, τοποθέτησε στα Voyager κι από έναν… χρυσό δίσκο! Όχι κάποιον συγκεκριμένο που έχετε στον νου. Αυτοί οι δίσκοι περιείχαν, μεταξύ άλλων δεδομένων, γήινους ήχους, ανθρώπινες ομιλίες, φωνές ζώων, κ.α. Περιείχαν φυσικά και μουσική και τραγούδια, από διάφορα είδη, διαφόρων περιοχών της Γης. Έτσι υπήρχαν Συμφωνίες του Μπετόβεν, κονσέρτα του Μπαχ, αλλά και τραγούδια φυλών του Μπενίν και των τροπικών δασών της Αφρικής. Κι ερχόμαστε στο προκείμενο. Το πιο πρόσφατο τραγούδι - και το μοναδικό που έχει σχέση με την ροκ εν ρολ μουσική - φαντάζεστε ποιο ήταν: Φυσικά, το “Johnny B. Goode”! Δείτε εδώ:
Εξήντα χρόνια τώρα, το “Johnny B. Goode” δε λείπει ποτέ από κανένα μας πάρτι. Τα τελευταία σαράντα ίσως να μη λείπει ούτε από τα αντίστοιχα πάρτι των εξωγήινων!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου