Ο καιρός ευνοεί την παραμονή στο σπίτι και το σπίτι το διάβασμα.
Ο καιρός ευνοεί την παραμονή στο σπίτι και το σπίτι το διάβασμα.
Λαχτάρα που περίσσεψε από χτες
Γιάννης Σκαραγκάς
Κριτική
Γιάννης Σκαραγκάς
Κριτική
Το βιβλίο του Γιάννη Σκαραγκά είναι ένα απρόβλεπτο ιστορικό μυθιστόρημα για την καταστροφική δύναμη που έχουν οι λέξεις σε έναν γάμο, σε μια χώρα, σε μια ολόκληρη εποχή.
Βρισκόμαστε στην Αθήνα της Μπελ Επόκ, όταν οι γυναίκες αρχίζουν να διεκδικούν τη χειραφέτησή τους. Μία από αυτές είναι η Δανάη, ένα κορίτσι που μεγαλώνει στην Αλεξάνδρεια της δεκαετίας του 1880 με τη φιλοδοξία να ιδρύσει ένα λογοτεχνικό περιοδικό φτιαγμένο αποκλειστικά από γυναίκες. Λαχταράει μια νέα ζωή κι έτσι αποφασίζει να ακολουθήσει τον άντρα της, έναν Έλληνα ψυχίατρο, στην Αθήνα. Μια πόλη που σπαράζεται από τον διχασμό, τις μεγάλες ιδέες και τις ίντριγκες της Ευρώπης. Η Ελλάδα της εποχής είναι η χώρα της πτώχευσης του 1893, των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, της διαμάχης για το γλωσσικό ζήτημα, του Πολέμου του 1897, με τις ολέθριες συνέπειες από τους περιορισμούς του Διεθνή Οικονομικού Ελέγχου. Διαμορφώνεται πλέον σε πεδίο ανταγωνισμών, όπου οι πράκτορες και οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων προσπαθούν παρασκηνιακά να επηρεάσουν τις αποφάσεις του Παλατιού. Μέσα σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, η Δανάη εξελίσσεται σε παθιασμένη και ασυμβίβαστη διανοούμενη. Κατορθώνει να γοητεύσει και να συνεργαστεί με φυσιογνωμίες που δίνουν τον δικό τους αγώνα για μια άλλη πατρίδα, απαλλαγμένη από πληγές και ψευδαισθήσεις: τον Εμμανουήλ Ροΐδη, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Γρηγόριο Ξενόπουλο. Ωστόσο, προσωπικά πάθη και μυστικά κλονίζουν την ίδια και τον γάμο της.
Βρισκόμαστε στην Αθήνα της Μπελ Επόκ, όταν οι γυναίκες αρχίζουν να διεκδικούν τη χειραφέτησή τους. Μία από αυτές είναι η Δανάη, ένα κορίτσι που μεγαλώνει στην Αλεξάνδρεια της δεκαετίας του 1880 με τη φιλοδοξία να ιδρύσει ένα λογοτεχνικό περιοδικό φτιαγμένο αποκλειστικά από γυναίκες. Λαχταράει μια νέα ζωή κι έτσι αποφασίζει να ακολουθήσει τον άντρα της, έναν Έλληνα ψυχίατρο, στην Αθήνα. Μια πόλη που σπαράζεται από τον διχασμό, τις μεγάλες ιδέες και τις ίντριγκες της Ευρώπης. Η Ελλάδα της εποχής είναι η χώρα της πτώχευσης του 1893, των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, της διαμάχης για το γλωσσικό ζήτημα, του Πολέμου του 1897, με τις ολέθριες συνέπειες από τους περιορισμούς του Διεθνή Οικονομικού Ελέγχου. Διαμορφώνεται πλέον σε πεδίο ανταγωνισμών, όπου οι πράκτορες και οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων προσπαθούν παρασκηνιακά να επηρεάσουν τις αποφάσεις του Παλατιού. Μέσα σε αυτό το ζοφερό σκηνικό, η Δανάη εξελίσσεται σε παθιασμένη και ασυμβίβαστη διανοούμενη. Κατορθώνει να γοητεύσει και να συνεργαστεί με φυσιογνωμίες που δίνουν τον δικό τους αγώνα για μια άλλη πατρίδα, απαλλαγμένη από πληγές και ψευδαισθήσεις: τον Εμμανουήλ Ροΐδη, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Γρηγόριο Ξενόπουλο. Ωστόσο, προσωπικά πάθη και μυστικά κλονίζουν την ίδια και τον γάμο της.
Αυτοπροσωπογραφία του λευκού
Ποιήματα, στιγμιότυπα, μεταγραφές
Χάρης Βλαβιανός
Εκδόσεις Πατάκη
Ποιήματα, στιγμιότυπα, μεταγραφές
Χάρης Βλαβιανός
Εκδόσεις Πατάκη
Στο βιβλίο αυτό, ο Χάρης Βλαβιανός -επτά χρόνια μετά την τελευταία του ποιητική κατάθεση- επανέρχεται, με βλέμμα ανανεωμένο, σε γνώριμους τόπους της ποίησής του, διευρύνοντας ακόμη περισσότερο ωστόσο το πεδίο των στοχαστικών και γλωσσικών του αναζητήσεων.
Ο απωλεσθείς παράδεισος του οριστικά χαμένου αλλά εξακολουθητικά αναζητούμενου νοήματος,
η επισφάλεια των λέξεων ενώπιον του τραύματος του παρελθόντος,
αλλά και η αδυναμία επικοινωνίας στις καθημερινές επαφές,
η διακειμενικότητα ως καταστατική συνθήκη της ποιητικής γραφής,
ο ποιητής ως κρίκος μιας μακράς αλυσίδας ετερόκλητων προγόνων της εγχώριας όσο και εν γένει της δυτικής λογοτεχνικής παράδοσης είναι ζητήματα που διατρέχουν, φανερά ή υπογείως, και τις πέντε ενότητες της συλλογής.
Η ωραία της νύχτας
Ελένη Γκίκα
επιμέλεια σειράς: Ελένη Γκίκα
Διάπλαση
Ελένη Γκίκα
επιμέλεια σειράς: Ελένη Γκίκα
Διάπλαση
Το μεγάλο και το ακατανόητο το ζεις. Φραγκοδίφραγκα θα είναι πάντοτε εκείνα που γράφω. Καταλαβαίνω καλύτερα τη σιωπή. Είναι η μόνη παράφορα εύγλωττη, η μόνη αξιοπρεπής. Αλλ' άνοιξε ο χρόνος κι έχουν γίνει κουβάρι ό,τι θυμάμαι, ό,τι συμβαίνει κι εκείνο που κρύβεται αινιγματικά μια ζωή. Τον πονάω τον τόπο μου. Είμαι ο τόπος. Ξερολιθιά στις ξερολιθιές.
Είναι η είδηση του καλοκαιριού: ένα νέο κορίτσι 26 χρονών σκοτώνει την πρώην γυναίκα του συντρόφου της. Η γιαγιά της, επίσης στα 26 της, είχε κάψει τον άντρα της πάνω από μισό αιώνα πριν. Η αφηγήτρια, που περνούσε έξω από "το σπίτι της φόνισσας" για να πάει στο σχολείο όταν ήταν παιδί, θα προσπαθήσει να συναντήσει τη γιαγιά-φόνισσα με τον μόνο τρόπο που ξέρει: στο χαρτί.
Μέσα από τις παράλληλες και αλληλοσυμπληρούμενες αφηγήσεις τριών γυναικών, αλλά και με εγκιβωτισμένα ντοκουμέντα από εφημερίδες και σημειώσεις για θεραπευτικά βοτάνια για τις ασθένειες της καρδιάς, ξετυλίγονται τα μυστικά ενός πανάρχαιου τόπου, η σχέση μάνας-κόρης, η μοίρα της γυναίκας, η αρρώστια του έρωτα, η επιθυμία, η ενοχή, και μια προσωπική ιστορία που εντέλει γίνεται οικουμενική.
Το χρονικό δύο φόνων, μια οικογενειακή σάγκα, και η οργανική σχέση της συγγραφέως με τους ήρωές της. Ή αλλιώς: δυο φόνοι, δυο έρωτες, ένα μυθιστόρημα, ένας κήπος και ένας Τόπος - ένας Τρόπος ζωής.
Είναι η είδηση του καλοκαιριού: ένα νέο κορίτσι 26 χρονών σκοτώνει την πρώην γυναίκα του συντρόφου της. Η γιαγιά της, επίσης στα 26 της, είχε κάψει τον άντρα της πάνω από μισό αιώνα πριν. Η αφηγήτρια, που περνούσε έξω από "το σπίτι της φόνισσας" για να πάει στο σχολείο όταν ήταν παιδί, θα προσπαθήσει να συναντήσει τη γιαγιά-φόνισσα με τον μόνο τρόπο που ξέρει: στο χαρτί.
Μέσα από τις παράλληλες και αλληλοσυμπληρούμενες αφηγήσεις τριών γυναικών, αλλά και με εγκιβωτισμένα ντοκουμέντα από εφημερίδες και σημειώσεις για θεραπευτικά βοτάνια για τις ασθένειες της καρδιάς, ξετυλίγονται τα μυστικά ενός πανάρχαιου τόπου, η σχέση μάνας-κόρης, η μοίρα της γυναίκας, η αρρώστια του έρωτα, η επιθυμία, η ενοχή, και μια προσωπική ιστορία που εντέλει γίνεται οικουμενική.
Το χρονικό δύο φόνων, μια οικογενειακή σάγκα, και η οργανική σχέση της συγγραφέως με τους ήρωές της. Ή αλλιώς: δυο φόνοι, δυο έρωτες, ένα μυθιστόρημα, ένας κήπος και ένας Τόπος - ένας Τρόπος ζωής.
Η συμμορία της Μαρμαρένιας Βρύσης
Δημοσθένης Α. Ματάλας
Κέδρος
Δημοσθένης Α. Ματάλας
Κέδρος
Τέσσερις ιστορίες που διαδραματίζονται σε χώρους υπαρκτούς, για μερικούς ίσως και γνώριμους, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Γεγονότα, πρόσωπα και καταστάσεις που αναφέρονται σε ταξικές διαφορές και κοινωνικές συμπεριφορές στο πλαίσιο της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας.
Μία από τις τέσσερις ιστορίες, η ομώνυμη, έχει και αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η αφήγηση ξετυλίγεται την περίοδο αμέσως μετά την Κατοχή στη γειτονιά των παιδικών χρόνων του συγγραφέα και αποδίδει, μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού της μεσοαστικής τάξης, την ατμόσφαιρα της τραγικής για την πατρίδα μας εποχής του Εμφυλίου.
Επομένως ο συνηθισμένος προβληματισμός του αναγνώστη αν τα διηγήματα είναι αποκυήματα της φαντασίας του συγγραφέα ή ανήκουν στην πραγματικότητα αφορά τα υπόλοιπα τρία διηγήματα. Έτσι κι αλλιώς, όποιος καταπιαστεί με αυτές τις ιστορίες μπορεί να τις κατατάξει όπου η πνευματική διαίσθηση αλλά και η αναγνωστική του διάθεση τον οδηγούν, μιας και στην ανθρώπινη σκέψη, ιδιαίτερα στις μέρες μας που η πραγματικότητα λίγο απέχει από τα καμώματα της φαντασίας, σύνορα και περιορισμοί δεν χωρούν. Άλλωστε, όπως είπε ο Μαρκ Τουέιν, η μυθοπλασία από την πραγματικότητα διαφέρει μόνο στο ότι την πρώτη πρέπει να την... αποδεικνύεις.
Μία από τις τέσσερις ιστορίες, η ομώνυμη, έχει και αυτοβιογραφικά στοιχεία. Η αφήγηση ξετυλίγεται την περίοδο αμέσως μετά την Κατοχή στη γειτονιά των παιδικών χρόνων του συγγραφέα και αποδίδει, μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού της μεσοαστικής τάξης, την ατμόσφαιρα της τραγικής για την πατρίδα μας εποχής του Εμφυλίου.
Επομένως ο συνηθισμένος προβληματισμός του αναγνώστη αν τα διηγήματα είναι αποκυήματα της φαντασίας του συγγραφέα ή ανήκουν στην πραγματικότητα αφορά τα υπόλοιπα τρία διηγήματα. Έτσι κι αλλιώς, όποιος καταπιαστεί με αυτές τις ιστορίες μπορεί να τις κατατάξει όπου η πνευματική διαίσθηση αλλά και η αναγνωστική του διάθεση τον οδηγούν, μιας και στην ανθρώπινη σκέψη, ιδιαίτερα στις μέρες μας που η πραγματικότητα λίγο απέχει από τα καμώματα της φαντασίας, σύνορα και περιορισμοί δεν χωρούν. Άλλωστε, όπως είπε ο Μαρκ Τουέιν, η μυθοπλασία από την πραγματικότητα διαφέρει μόνο στο ότι την πρώτη πρέπει να την... αποδεικνύεις.
Οι τέσσερις εποχές της μέλισσας
Μυθιστόρημα
Κυριάκος Αθανασιάδης
Ψυχογιός
Μυθιστόρημα
Κυριάκος Αθανασιάδης
Ψυχογιός
Ήταν βάσανο να την κοιτάς τη Μέλισσα. Γιατί η πολλή ομορφιά είναι πράγμα σπαρακτικό, σαν ζωοδότης ήλιος που σου καίει το βλέμμα. Μα πώς να κάνεις αλλιώς; Πώς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της;
Όλο το νησί, εκείνο το μικρό και ξεχασμένο νησί του Ιονίου, είχε να λέει γι’ αυτήν. Και να ονειρεύεται. Μα είχε δίκιο ο μεγάλος της αδελφός: δεν έπρεπε να τη στεφανωθεί κανένας χωριάτης, αλλά μόνο κάποιος μεγάλος και τρανός. Γιατί η Μέλισσα θα γινότανε αρχόντισσα και θα διαφέντευε τον τόπο.
Εκτός κι αν, τελικά, δεν τα κατάφερνε να ξεφύγει από την κατάρα.
Ο μεγάλος τεχνίτης ονειρεύτηκε τη μικρούλα Ελένη μελένια, κι έτσι την ιστόρησε, έτσι τη ζωγράφισε και έτσι την παρέδωσε στο Βάθεμα, γι’ αυτό κι εκείνοι, όλοι στο χωριό, ξέχασαν τ’ όνομά της και πια την έλεγαν Ελένη, Μελένη, Μελένια. Και το Μελένια μετά δεν τους έφτασε, γιατί δεν ήταν μόνο μελένια η Ελένη, ήταν και πονετική, σε πόναγαν η ομορφιά της και το μέλι της, σε τάραζαν, σε σούβλιζαν, σε τσίμπαγαν, κι έτσι της το άλλαξαν κι αυτό, και την είπανε αλλιώς.
Την είπαν Μέλισσα.
Όλο το νησί, εκείνο το μικρό και ξεχασμένο νησί του Ιονίου, είχε να λέει γι’ αυτήν. Και να ονειρεύεται. Μα είχε δίκιο ο μεγάλος της αδελφός: δεν έπρεπε να τη στεφανωθεί κανένας χωριάτης, αλλά μόνο κάποιος μεγάλος και τρανός. Γιατί η Μέλισσα θα γινότανε αρχόντισσα και θα διαφέντευε τον τόπο.
Εκτός κι αν, τελικά, δεν τα κατάφερνε να ξεφύγει από την κατάρα.
Ο μεγάλος τεχνίτης ονειρεύτηκε τη μικρούλα Ελένη μελένια, κι έτσι την ιστόρησε, έτσι τη ζωγράφισε και έτσι την παρέδωσε στο Βάθεμα, γι’ αυτό κι εκείνοι, όλοι στο χωριό, ξέχασαν τ’ όνομά της και πια την έλεγαν Ελένη, Μελένη, Μελένια. Και το Μελένια μετά δεν τους έφτασε, γιατί δεν ήταν μόνο μελένια η Ελένη, ήταν και πονετική, σε πόναγαν η ομορφιά της και το μέλι της, σε τάραζαν, σε σούβλιζαν, σε τσίμπαγαν, κι έτσι της το άλλαξαν κι αυτό, και την είπανε αλλιώς.
Την είπαν Μέλισσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου