Έξι προτάσεις των εκδοτικών οίκων με βιβλία Ελλήνων συγγραφέων για τις διακοπές των Χριστουγέννων.
ο κάμ μπακ
Η κωμωδία της μνήμης
Βασίλης Κατσικονούρης
Κάπα Εκδοτική
"Ήθελα να πιάσω το θέμα της μνήμης που διατρέχει αρκετά από τα έργα μου, αυτή τη φορά από την κωμική του πλευρά.
Όλοι και όλα έχουν από μία - ακόμα και ο θάνατος, μόνο που δεν το ξέρει και κανείς ποτέ δεν προλαβαίνει να τη δει.
Έτσι έγραψα το "Κάμ μπακ - Η κωμωδία της μνήμης".
Έτσι έγραψα το "Κάμ μπακ - Η κωμωδία της μνήμης".
Προσπάθησα επιμελώς να αποφύγω κάθε ίχνος σοβαρότητας.
Για κάτι ψιλά που μου ξέφυγαν, ζητάω συγνώμη..."
(Βασίλης Κατσικονούρης, από το σημείωμα του συγγραφέα στην έκδοση
(Βασίλης Κατσικονούρης, από το σημείωμα του συγγραφέα στην έκδοση
Αστική οικία στο Χαλάνδρι
Ισμήνη Καπάνταη
Ίκαρος
Σάββατο πρωί και μόλις κυκλοφόρησε η είδηση, τα τηλέφωνα στην Αθήνα είχανε πάρει φωτιά. Στα περίπτερα οι εφημερίδες κρέμονταν ανοιχτές, κρατημένες με δυο μανταλάκια από τις άκρες τους, για να φαίνεται ολοκάθαρα το πρωτοσέλιδό τους με τη φωτογραφία, και από κάτω, με τεράστια γράμματα, λεζάντες του είδους που συνηθίζεται σε ανάλογες περιπτώσεις όπως, "Είπαν πως η Αστυνομία θα προχωρήσει σε συλλήψεις" και, "Λύθηκε το μυστήριο του φόνου της Αρναούτη στο Χαλάνδρι;" και ακόμα, σε κάποιες φυλλάδες, προκλητικά, η ερώτηση, "Ξέρουνε τώρα τι κάνουν ή θα μας πούνε πάλι πως έκαναν λάθος;".
Αθήνα, στα μέσα της δεκαετίας του '90. Το χρήμα ρέει, χρήμα άφθονο που, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι κατά το πλείστον ουρανοκατέβατο. Μια κοινωνία που όζοι στερημένη παντελώς μνήμης, μια κοινωνία που θεωρεί ότι η ιστορία εκκινεί και σχεδόν εξαντλείται στον Εμφύλιο. Μια κοινωνία που δεν προοιωνίζεται το μέλλον και παρακολουθεί τις εξελίξεις παθητικά· άνθρωποι εγκλωβισμένοι στους τέσσερις τοίχους των σπιτιών τους -μικρών ή μεγάλων, αδιάφορο, στον κόσμο τους όμως-, μέχρι την ώρα που η μοίρα αποφασίζει την "εικονική τους πραγματικότητα" να τη μετατρέψει, απαλείφοντας απλώς το "εικονική".
Ίκαρος
Σάββατο πρωί και μόλις κυκλοφόρησε η είδηση, τα τηλέφωνα στην Αθήνα είχανε πάρει φωτιά. Στα περίπτερα οι εφημερίδες κρέμονταν ανοιχτές, κρατημένες με δυο μανταλάκια από τις άκρες τους, για να φαίνεται ολοκάθαρα το πρωτοσέλιδό τους με τη φωτογραφία, και από κάτω, με τεράστια γράμματα, λεζάντες του είδους που συνηθίζεται σε ανάλογες περιπτώσεις όπως, "Είπαν πως η Αστυνομία θα προχωρήσει σε συλλήψεις" και, "Λύθηκε το μυστήριο του φόνου της Αρναούτη στο Χαλάνδρι;" και ακόμα, σε κάποιες φυλλάδες, προκλητικά, η ερώτηση, "Ξέρουνε τώρα τι κάνουν ή θα μας πούνε πάλι πως έκαναν λάθος;".
Αθήνα, στα μέσα της δεκαετίας του '90. Το χρήμα ρέει, χρήμα άφθονο που, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι κατά το πλείστον ουρανοκατέβατο. Μια κοινωνία που όζοι στερημένη παντελώς μνήμης, μια κοινωνία που θεωρεί ότι η ιστορία εκκινεί και σχεδόν εξαντλείται στον Εμφύλιο. Μια κοινωνία που δεν προοιωνίζεται το μέλλον και παρακολουθεί τις εξελίξεις παθητικά· άνθρωποι εγκλωβισμένοι στους τέσσερις τοίχους των σπιτιών τους -μικρών ή μεγάλων, αδιάφορο, στον κόσμο τους όμως-, μέχρι την ώρα που η μοίρα αποφασίζει την "εικονική τους πραγματικότητα" να τη μετατρέψει, απαλείφοντας απλώς το "εικονική".
Η παρέα της οδού Δημοκρίτου
Γεώργιος- Χρυστόστομος Νικολαΐδης
Ωκεανός
Ωκεανός
Ο αινιγματικός Ελληνοκαναδός επιχειρηματίας Τομ Δρακάτος, ερωτύλος και σεξομανής, μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στη γυναίκα του Ιρίνα και στην ερωμένη του Μόνικα.
Διαθέτοντας άφθονα χρήματα μυστηριώδους προέλευσης και έχοντας ως έδρα του ένα διαμέρισμα της οδού Δημοκρίτου, συγκεντρώνει συχνά εκεί μια ετερόκλητη παρέα ατόμων τα οποία, εν μέσω σεξουαλικών οργίων και χρήσης ναρκωτικών, προσδοκούν πολλά από αυτόν, πιστεύοντας τις υποσχέσεις και τις ελπίδες που τους μοιράζει αφειδώς.
Ανάμεσά τους και ένας νεαρός δημοσιογράφος, ο Ιάσονας Γεωργαντάς, με τον οποίο ο Δρακάτος συνδέεται με φιλία και επαγγελματική συνεργασία.
Ένα θανάσιμο μυστικό, το οποίο τυχαία ανακαλύπτει ο Ιάσων θα τον οδηγήσει στην εξιχνίαση ενός μυστηρίου που τον στοιχειώνει από το μακρινό παρελθόν.
Εξιχνίαση που του γεννά μίσος για τον Δρακάτο και τον ωθεί στην κατάστρωση ενός σχεδίου εκδίκησης . Όμως η μοίρα των πρωταγωνιστών σφραγίζεται τελικά από απρόοπτες εξελίξεις και ανατροπές, από τις οποίες κάποιες λειτουργούν λυτρωτικά και κάποιες ως Νέμεσις..
Διαθέτοντας άφθονα χρήματα μυστηριώδους προέλευσης και έχοντας ως έδρα του ένα διαμέρισμα της οδού Δημοκρίτου, συγκεντρώνει συχνά εκεί μια ετερόκλητη παρέα ατόμων τα οποία, εν μέσω σεξουαλικών οργίων και χρήσης ναρκωτικών, προσδοκούν πολλά από αυτόν, πιστεύοντας τις υποσχέσεις και τις ελπίδες που τους μοιράζει αφειδώς.
Ανάμεσά τους και ένας νεαρός δημοσιογράφος, ο Ιάσονας Γεωργαντάς, με τον οποίο ο Δρακάτος συνδέεται με φιλία και επαγγελματική συνεργασία.
Ένα θανάσιμο μυστικό, το οποίο τυχαία ανακαλύπτει ο Ιάσων θα τον οδηγήσει στην εξιχνίαση ενός μυστηρίου που τον στοιχειώνει από το μακρινό παρελθόν.
Εξιχνίαση που του γεννά μίσος για τον Δρακάτο και τον ωθεί στην κατάστρωση ενός σχεδίου εκδίκησης . Όμως η μοίρα των πρωταγωνιστών σφραγίζεται τελικά από απρόοπτες εξελίξεις και ανατροπές, από τις οποίες κάποιες λειτουργούν λυτρωτικά και κάποιες ως Νέμεσις..
Σαν το λίγο το νερό
Σωτήρης Δημητρίου
Εκδόσεις Πατάκη
Εκδόσεις Πατάκη
Έβλεπε η Σοφιά τις φωλιές µε τα χελιδόνια και σιγοτραγουδούσε. Χελιδόνια µου καλά, πού'ρθαταν από μακριγιά, τι καλά μάς φέροταν; Την υγειά, την πασκαλιά και τα κόκκινα τ’ αυγά.
"Χελιδονάκια µου, χελιδονάκια µου" λέει κι η Κάλλιο. "Πούθ’ έρχονται, µωρ’ αδερφούλες µου, τα έρημα;"
"Απ’ τους Άγιους Τόπους, Κάλλιο" λέει η μάνα µου. "Διαβαίνουν ωκεανό".
"Και πώς, μωρ’ Αλέξω, τόσο μακριά και δεν αποσταίνουν;"
"Βοηθιούνται φτερό µε φτερό".
"Και πώς βρίσκουν τον δρόμο, μωρ’ γι αδερφούλες;"
"Δεν είναι θεοτικά πράγματα αυτά;" λέει η μάνα µου.
Η απουσία στείρων αμφιβολιών και αβεβαιοτήτων έκανε τους ανθρώπους στα χωριά να είναι συνηθέστατα έξω απ’ τον εαυτό τους, µε όλως εξωτερικές έγνοιες που έσβηναν το δειλινό. Είχαν μαζεμένη την γνώμη τους, καθώς έλεγαν. Βέβαια µε έναν άλλον τρόπο -και κυρίως µέσω της γλώσσας και της ενθεότητος- διαφοροποιούνταν απ’ την φυσική κυψέλη µε μια μόνιμη επαφή µε το άρρητο, µε τον ουρανό. Σ.Δ.
"Χελιδονάκια µου, χελιδονάκια µου" λέει κι η Κάλλιο. "Πούθ’ έρχονται, µωρ’ αδερφούλες µου, τα έρημα;"
"Απ’ τους Άγιους Τόπους, Κάλλιο" λέει η μάνα µου. "Διαβαίνουν ωκεανό".
"Και πώς, μωρ’ Αλέξω, τόσο μακριά και δεν αποσταίνουν;"
"Βοηθιούνται φτερό µε φτερό".
"Και πώς βρίσκουν τον δρόμο, μωρ’ γι αδερφούλες;"
"Δεν είναι θεοτικά πράγματα αυτά;" λέει η μάνα µου.
Η απουσία στείρων αμφιβολιών και αβεβαιοτήτων έκανε τους ανθρώπους στα χωριά να είναι συνηθέστατα έξω απ’ τον εαυτό τους, µε όλως εξωτερικές έγνοιες που έσβηναν το δειλινό. Είχαν μαζεμένη την γνώμη τους, καθώς έλεγαν. Βέβαια µε έναν άλλον τρόπο -και κυρίως µέσω της γλώσσας και της ενθεότητος- διαφοροποιούνταν απ’ την φυσική κυψέλη µε μια μόνιμη επαφή µε το άρρητο, µε τον ουρανό. Σ.Δ.
Γλαύκος Θρασάκης
Μυθιστόρημα
Βασίλης Βασιλικός
Τόπος
Μυθιστόρημα
Βασίλης Βασιλικός
Τόπος
Ποτέ η ειρωνεία -μαζί και η ευτυχία- του να είσαι Έλληνας σ’ αυτόν τον κόσμο δεν έχει περιγραφεί τόσο όμορφα.
Ζακ Λακαριέρ
"Πρόκειται γι’ αυτό που ονομάζουμε ώριμο έργο τέχνης. Ο Βασίλης Βασιλικός είναι τεχνίτης κι εδώ θα ανακαλύψετε κομμάτια που θα σας κόψουν την αναπνοή".
Ζακ Λακαριέρ
"Πρόκειται γι’ αυτό που ονομάζουμε ώριμο έργο τέχνης. Ο Βασίλης Βασιλικός είναι τεχνίτης κι εδώ θα ανακαλύψετε κομμάτια που θα σας κόψουν την αναπνοή".
Hart Williams, Τhe Washington Post
"Ο Βασιλικός σβήνει με μαεστρία τα σύνορα ανάμεσα στο πραγματικό και τη μυθοπλασία, το συνειδητό και το ασυνείδητο, τη λογοτεχνία και τη ζωή - κυρίως τη λογοτεχνία και τη ζωή".
Κaren Emmerich, από τον πρόλογο στην αγγλική έκδοση του Γλαύκου Θρασάκη, 1981
"...Ακόμα και σήμερα, ο οποιοσδήποτε Έλληνας, ναυτικός, τεχνίτης, εργάτης ή διανοούμενος, το ξέρει ότι αργά ή γρήγορα θα κληθεί ν’ αφήσει τη χώρα του. Με αυτή την έννοια ο Θρασάκης για την Ελλάδα του σήμερα είναι ό,τι άλλοι πλανήτες υπήρξαν για την Ελλάδα του παρελθόντος: μια συνηθισμένη -και άρα παραδειγματική- ενσάρκωση του ελληνικού πεπρωμένου, μια ύπαρξη διαμελισμένη όπου διαβάζεται και γράφεται ο διάλογος χιλιετιών ανάμεσα στη μητρίδα γη και στις μακρινές εκείνες που σε κάνουν να γεννιέσαι για δεύτερη φορά.
[...]
Ο Βασιλικός ζει, γράφει, περιγράφει την Ελλάδα κάπου στην Ευρώπη και άρα περιγράφει την Ευρώπη, την πραγματική Ευρώπη, αυτήν που κανείς Ευρωπαίος δεν είναι σε θέση να διακρίνει".
Ζακ Λακαριέρ, από τον πρόλογο στη γαλλική έκδοση του Γλαύκου Θρασάκη, 1978
Πρώτα ο Θεός
Ρωπογραφήματα
Ρωπογραφήματα
Κώστας Βραχνός
Νεφέλη
Νεφέλη
Η συλλογή "Πρώτα ο Θεός" απαρτίζεται από σαράντα πέντε αυτοτελή κείμενα, όπου με πειρακτική διάθεση και σε ατμόσφαιρα νοσηρού υπερθεματισμού περιγράφονται πρόσωπα και στιγμιότυπα, κοινά ή ευτελή -εξού και ο νεολογικός όρος "ρωπογραφήματα" (ρώπος= μικροπραμάτεια)- και, κατά κύριο λόγο, θλιβερά.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για συνοπτικές αφηγήσεις φανταστικών ή ημιφανταστικών ιστοριών, με κοινό παρονομαστή την ανατροπή ή το παράδοξο.
Στενάχωρες, ωμές,
αδιέξοδες, ευτράπελες, απίθανες και, κατά βάση, αμφιθυμικές περιστάσεις που σου κλείνουν πονηρά το μάτι, χωρίς να ξέρεις γιατί ακριβώς.
αδιέξοδες, ευτράπελες, απίθανες και, κατά βάση, αμφιθυμικές περιστάσεις που σου κλείνουν πονηρά το μάτι, χωρίς να ξέρεις γιατί ακριβώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου