Οι προτάσεις των εκδόσεων Πατάκης δίνουν χρώμα στις κρύες μέρες που διανύουμε.
Σώμα
Αχιλλέας Κυριακίδης
Αχιλλέας Κυριακίδης
«Η πιο χρωµατιστή ταινία που είδα ποτέ είναι ο ασπρόµαυρος Καθρέφτης, εγώ όµως είµαι της Θυσίας, εγώ είµαι εκείνου του θανάτου που αναβάλλεται, που ακυρώνεται γιατί ο αφέτης έσφαλε στον πυροβολισµό, εγώ είµαι εκείνης της ζωής που επιµένει, πείσµων, τούτο το σώµα θέλω να περάσει άβροχο την ερυθρά του θάλασσα, να φτάσει απέναντι µε όλες τις µνήµες του άτρωτες. Το σώµα µου. Τι θα θυµάται όταν ξεχάσω;»
Μετά την πύκνωση της πολύπαθης ελληνικής Ιστορίας στην τρισυπόστατη νουβέλα Κωµωδία (2010) και το µατωµένο σταυροδρόµι της νουβέλας 360 (2013), ο Κυριακίδης επιστρέφει µε µια επίσης σύντοµη νουβέλα. Η ζωή ενός ανθρώπου περιγράφεται µε σταθµούς τα πάθη του σώµατός του, δοµείται γύρω από τις περιπέτειες της υγείας του και τα ψυχρά ιατρικά ιστορικά του, και συµβαδίζει µε την εµµονική αναζήτηση µιας παράξενης και σήµερα ξεχασµένης γλώσσας στα βάθη των Βαλκανίων που οµνύει στο και υπηρετεί µόνο το σώµα και τις ανάγκες του. Με ακρίβεια µικροχειρουργού, ο Κυριακίδης ανατέµνει το ανθρώπινο σώµα και τη σωµατικότητα της γλώσσας µε τα γνωστά φωνητικά του ηχοχρώµατα. Η µέγιστη αφαίρεση δεν αποκλείει τη διακειµενική πυκνότητα, κι ούτε αυτή εµποδίζει το γνωστό του –µαύρο ή όχι– χιούµορ.
Μετά την πύκνωση της πολύπαθης ελληνικής Ιστορίας στην τρισυπόστατη νουβέλα Κωµωδία (2010) και το µατωµένο σταυροδρόµι της νουβέλας 360 (2013), ο Κυριακίδης επιστρέφει µε µια επίσης σύντοµη νουβέλα. Η ζωή ενός ανθρώπου περιγράφεται µε σταθµούς τα πάθη του σώµατός του, δοµείται γύρω από τις περιπέτειες της υγείας του και τα ψυχρά ιατρικά ιστορικά του, και συµβαδίζει µε την εµµονική αναζήτηση µιας παράξενης και σήµερα ξεχασµένης γλώσσας στα βάθη των Βαλκανίων που οµνύει στο και υπηρετεί µόνο το σώµα και τις ανάγκες του. Με ακρίβεια µικροχειρουργού, ο Κυριακίδης ανατέµνει το ανθρώπινο σώµα και τη σωµατικότητα της γλώσσας µε τα γνωστά φωνητικά του ηχοχρώµατα. Η µέγιστη αφαίρεση δεν αποκλείει τη διακειµενική πυκνότητα, κι ούτε αυτή εµποδίζει το γνωστό του –µαύρο ή όχι– χιούµορ.
Η Καλλιγραφία των ονείρων
Χουάν Μαρσέ
Χουάν Μαρσέ
Ο Ρίνγκο, ένας δεκαπεντάχρονος έφηβος, σκοτώνει τις ώρες του στο κρασοπουλειό της κυρίας Πακίτα, απογοητευµένος που η φτώχεια των γονιών του τον αναγκάζει να σταµατήσει τα µαθήµατα του πιάνου και να παραιτηθεί από το όνειρό του να γίνει διάσηµος πιανίστας. Καθισµένος στο αγαπηµένο του τραπέζι δίπλα στο παράθυρο, γίνεται ακούσιος µάρτυρας του απελπισµένου έρωτα της αφελούς κυρίας Μιρ, µιας µεσόκοπης και τροφαντής θεραπεύτριας, για τον κύριο Αλόνσο, έναν ευπαρουσίαστο κουτσό πενηντάρη, αλλά και όσων συµβαίνουν στη συνοικία της Γράσια, στη µεταπολεµική Βαρκελόνη, υπό την απειλητική σκιά της δικτατορίας του Φράνκο. Μέσα από τα µάτια του Ρίνγκο, που ακούει, διαβάζει και τελικά θα αρχίσει να συγγράφει, θα φωτιστεί ολόκληρη η ζωή µιας γενιάς που έθρεψε τα όνειρά της στα συνοικιακά σινεµά και στους δρόµους µιας πόλης όπου το µέλλον έµοιαζε αδιανόητο.
Ο Χουάν Μαρσέ, ένας από τους σηµαντικότερους συγγραφείς της σύγχρονης ισπανικής λογοτεχνίας, γεννήθηκε στη Βαρκελόνη το 1933 και µέχρι τα είκοσι έξι του χρόνια εργαζόταν σε εργαστήριο χρυσοχοΐας. Αυτοδίδακτος, εµφανίστηκε στα ισπανικά γράµµατα το 1960 µε το µυθιστόρηµα Encerrados con un solo juguete, για να ακολουθήσει το 1962 το Esta cara de la luna. Με το µυθιστόρηµά του Τα τελευταία απογεύµατα µε την Τερέζα (Βραβείο Bibliotecα Breve, 1966, Εκδ. Πατάκη, 2014) εισάγει αυτό που θα αποτελέσει το αφηγηµατικό του σύµπαν για πολλά κατοπινά του βιβλία: µια Βαρκελόνη εξαθλιωµένη από τον εµφύλιο πόλεµο, µε κατοίκους φτωχούς και απογοητευµένους και παιδιά που στερήθηκαν την παιδική τους ηλικία, αλλά κατάφερναν πάντα να δραπετεύουν στην ονειροπόληση. Το µυθιστόρηµα Si te dicen que caί (1973), το αριστούργηµα της ώριµης περιόδου του, απαγορεύτηκε από τη φρανκική λογοκρισία και εκδόθηκε στο Μεξικό, όπου τιµήθηκε µε το Premio International de Novela México. Άλλα έργα του: La muchacha de las bragas de oro (Βραβείο Planeta,1978), Un dία volveré (1982), Σεργιάνι στο Γκιναρντό (βραβείο της Πόλης της Βαρκελόνης, 1984, Εκδ. Πατάκη, 2016), El amante bilingue (1990), Εl embrujo de Shanghai (Εθνικό Βραβείο Κριτικής, 1994), καθώς και πολλές συλλογές διηγηµάτων και άρθρων. Για το µυθιστόρηµά του Η ουρά της σαύρας τιµήθηκε για δεύτερη φορά µε το Εθνικό Βραβείο Κριτικής καθώς και µε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας, αποσπώντας έτσι ταυτόχρονα τις δύο µεγαλύτερες λογοτεχνικές διακρίσεις που απονέµονται στην Ισπανία. Το 2008 έλαβε για το σύνολο του έργου του το βραβείο Premio Cervantes de las Letras Espan~olas, το οποίο θεωρείται αντίστοιχο του βραβείου Νόµπελ για την ισπανόφωνη λογοτεχνία.
Τυχερό
Κώστας Καβανόζης
Κώστας Καβανόζης
«Όλα τα πρόσωπα του µυθιστορήµατος υπήρξαν, όλα τα λόγια ειπώθηκαν και όλα τα γεγονότα συνέβησαν».
Το Τυχερό αφηγείται µια αληθινή, τραγική ιστορία. Το πρώτο θανατηφόρο δυστύχηµα της Ολυµπιακής Αεροπορίας στις 29 Οκτωβρίου 1959 γίνεται ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφονται όλα τα πρόσωπα και τα γεγονότα τα οποία συνθέτουν το µυθιστόρηµα: η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης το 1922 και η εγκατάσταση του νεαρού Βαγγέλη Βολοβότση στο χωριό
Τυχερό του Έβρου, ο χωρισµός του από τον επτάχρονο γιο του εξαιτίας του Εµφυλίου, η ανοικοδόµηση από Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες του ουγγρικού χωριού Μπελογιάννης και η επιστροφή στην πατρίδα µεταπλάθονται σε συστατικά στοιχεία της αφήγησης. Εκτός από τις αυθεντικές, επώνυµες µαρτυρίες, το Τυχερό χρησιµοποιεί ως αφηγηµατικό υλικό ποικίλα ντοκουµέντα: ειδήσεις από έντυπα και εφηµερίδες περασµένων δεκαετιών, φωτογραφίες, επίσηµα έγγραφα του ελληνικού και του ουγγρικού κράτους, αυτοβιογραφικά και ιστορικά βιβλία αποκτούν, καθώς η αφήγηση ξεδιπλώνεται µέσα από επιλεγµένα αποσπάσµατά τους, λογοτεχνική διάσταση και φωτίζουν πολύπλευρα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εποχών από τις οποίες προέρχονται και των ιστορικών καταστάσεων µε τις οποίες συνδέονται. Το Τυχερό εισχωρεί στην πραγµατικότητα και αναζητεί τη λογοτεχνική της υφή δηµιουργώντας έναν µυθιστορηµατικό κόσµο αποτελούµενο αποκλειστικά από αυτούσια στοιχεία του υπαρκτού.
Τυχερό του Έβρου, ο χωρισµός του από τον επτάχρονο γιο του εξαιτίας του Εµφυλίου, η ανοικοδόµηση από Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες του ουγγρικού χωριού Μπελογιάννης και η επιστροφή στην πατρίδα µεταπλάθονται σε συστατικά στοιχεία της αφήγησης. Εκτός από τις αυθεντικές, επώνυµες µαρτυρίες, το Τυχερό χρησιµοποιεί ως αφηγηµατικό υλικό ποικίλα ντοκουµέντα: ειδήσεις από έντυπα και εφηµερίδες περασµένων δεκαετιών, φωτογραφίες, επίσηµα έγγραφα του ελληνικού και του ουγγρικού κράτους, αυτοβιογραφικά και ιστορικά βιβλία αποκτούν, καθώς η αφήγηση ξεδιπλώνεται µέσα από επιλεγµένα αποσπάσµατά τους, λογοτεχνική διάσταση και φωτίζουν πολύπλευρα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εποχών από τις οποίες προέρχονται και των ιστορικών καταστάσεων µε τις οποίες συνδέονται. Το Τυχερό εισχωρεί στην πραγµατικότητα και αναζητεί τη λογοτεχνική της υφή δηµιουργώντας έναν µυθιστορηµατικό κόσµο αποτελούµενο αποκλειστικά από αυτούσια στοιχεία του υπαρκτού.
Τη μέρα που μεταμορφώθηκα σε πουλί
Ingrid Chabbert
Εικονογράφηση: Raul Nieto Guridi
Ingrid Chabbert
Εικονογράφηση: Raul Nieto Guridi
Τη µέρα που άρχισα το σχολείο
ερωτεύτηκα για πρώτη φορά.
ερωτεύτηκα για πρώτη φορά.
Κι αφού εκείνη αγαπούσε τα πουλιά,
µεταµορφώθηκα σε πουλί.
µεταµορφώθηκα σε πουλί.
Κι ας ήταν δύσκολο να παίζω µπάλα
και να σκαρφαλώνω στα δέντρα.
και να σκαρφαλώνω στα δέντρα.
Κι ας γελούσαν µαζί µου.
Εγώ ήθελα να είµαι ένα από τα πουλιά που αγαπούσε.
Μια όµορφη και τρυφερή ιστορία για τη δύναµη της αγάπης που µας µεταµορφώνει και µας απελευθερώνει.
Εγώ ήθελα να είµαι ένα από τα πουλιά που αγαπούσε.
Μια όµορφη και τρυφερή ιστορία για τη δύναµη της αγάπης που µας µεταµορφώνει και µας απελευθερώνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου